Τα Ιουλιανά του 1920
Παρίσι, 30 Ιουλίου 1920: Το καλοκαιρινό πρωινό της ημέρας εκείνης ο
Ελευθέριος Βενιζέλος βρισκόταν στον σιδηροδρομικό σταθμό της Λυών, στο
Παρίσι, προκειμένου να επιστρέψει στην Ελλάδα, ως θριαμβευτής. Στα χέρια
του κρατούσε την επιτυχία, την προσωπική, την διπλωματική, την εθνική.
Την επιτυχία αυτή δε μπορούσε να την επισκιάσει ούτε η αίγλη του
βασιλικού θρόνου, αλλά ούτε και η αγάπη των φιλοβασιλικών στο πρόσωπο
του έκπτωτου Κωνσταντίνου. Ο Βενιζέλος ήταν, ύστερα από την υπογραφή της
Συνθήκης των Σεβρών – και του Νειγύ – ο πρωθυπουργός της Μεγάλης
Ελλάδος.
Η Συνθήκη των Σεβρών έκανε απτή πραγματικότητα το όραμα τόσο του
Βενιζέλου και του κόμματος των Φιλελευθέρων, όσο και της μεγαλύτερης
μερίδας του ελληνικού λαού. Οι σύμμαχοι, ο καθένας για δικούς του
λόγους, αποφάσισαν να επιτρέψουν την διεύρυνση της «μικράς πλην εντίμου
Ελλάδος». Η Ελλάδα προσαρτούσε στην επικράτεια της τη Θράκη, την
Ανατολική Μακεδονία, την Ίμβρο, την Τένεδο, τα δωδεκάνησα (με ειδική
συμφωνία Ελλάδας – Ιταλίας) και τα παράλια της Μικράς Ασίας. Ο
ελληνισμός της Ιωνίας ενσωματωνόταν στον ελληνικό εθνικό κορμό, με σκοπό
– έτσι πίστευαν τότε – να αποτελέσει αναπόσπαστο κομμάτι του. Όσον
αφορά την εμπορική και πολιτισμική πρωτεύουσα της Μικράς Ασίας, τη
Σμύρνη, αποφασίστηκε η εγκαθίδρυση ελληνικής επικυριαρχίας στην πόλη και
η διεξαγωγή, ύστερα από πέντε χρόνια, ενός δημοψηφίσματος, ώστε να
αποφασίσουν οι κάτοικοι της Σμύρνης την προσάρτηση ή μη της πόλης τους
στην ελληνική επικράτεια. Εντός αυτού του χρονικού πλαισίου, ο ελληνικός
στρατός θα είχε τη δυνατότητα να προβεί σε εξελληνισμό της πόλης με τη
χρήση θεμιτών ή και αθέμιτων μέσων. Ο Βενιζέλος γνώριζε ότι ο
διπλωματικός στόχος των συμμάχων, δηλαδή των Αγγλογάλλων, ήταν να
χρησιμοποιηθεί ο ελληνικός στρατός ως ανάχωμα της επεκτατικής προέλασης
των Ιταλών στην μικρασιατική ζώνη. Παρ’όλα αυτά, θεώρησε τη συγκυρία
ιδιαίτερα ευνοϊκή για την υλοποίηση των εθνικών στόχων, ή καλύτερα των
εθνικών πόθων.
Φαινομενικά, η διπλωματική επιτυχία του Βενιζέλου και εν γένει της
Ελλάδος θα ημέρευε τα μίση του εθνικού διχασμού. Ωστώσο, έμελλε να
αποτελέσει τον ακρογωνιαίο λίθο μιας πολιτικής τυχοδιωκτισμού και
εμφύλιας διαμάχης. Προτού ο Βενιζέλος επιβιβαστεί στο τραίνο Όριαν
Εξπρές, δύο βασιλόφρονες απότακτοι αξιωματικοί του ελληνικού στρατού, ο
υποπλοίαρχος Απόστολος Τσερέπης και ο υπολοχαγός Γεώργιος Κυριάκης,
επιχείρησαν δολοφονική επίθεση εναντίον του. Οι δέκα σφαίρες από το
περίστροφο θα τραυματίσουν ελαφρά τον Βενιζέλο στο δεξί χέρι. Παρά το
γεγονός ότι επρόκειτο για δύο δεινούς σκοπευτές, ο Έλληνας πολιτικός
στάθηκε αρκετά τυχερός και δεν τραυματίστηκε θανάσιμα. Ο Βενιζέλος
μεταφέρθηκε σε νοσοκομείο της Γαλλίας όπου και νοσηλεύτηκε για μερικές
ημέρες, χωρίς ωστόσο να διατρέχει κάποιον κίνδυνο. Η αναστάτωση που
επικράτησε εκείνο το πρωινό στον σιδηροδρομικό σταθμό του Παρισιού,
είναι ανάλογη με το κλίμα ανασφάλειας και μίσους που θα επικρατούσε στην
Ελλάδα την επόμενη ημέρα.
Η δολοφονική απόπειρα κατά του Βενιζέλου δεν ήταν ούτε η πρώτη αλλά
ούτε και η τελευταία, και φυσικά δεν ήταν αναίτια. Έκρυβε τις ρίζες της
βαθιά, εκεί όπου το μίσος του Εθνικού Διχασμού -έτσι ονομάστηκε η
σύγκρουση Βενιζελικών και Κωνσταντινικών- δεν επέτρεπε πανηγυρισμούς για
την μερική επίτευξη της εθνικής ολοκλήρωσης και την προσάρτιση των
«αλύτρωτων αδερφών και εδαφών» στον εθνικό κορμό, αλλά επέβαλε αέναους
διαξηφισμούς ανάμεσα στις δύο παρατάξεις. Η εθνική ομοψυχία του
1912-1913 είχε αντικατασταθεί από τον ιδεολογικό φανατισμό και την
προσωπολατρεία. Εκδηλώσεις βίας και φανατισμού ήταν συχνό φαινόμενο, ενώ
η χώρα έμοιαζε περισσότερο με πεδίο μάχης όπου κυριαρχούσε η αμφιβολία
και η αβεβαιότητα. Η διαφωνία του πρωθυπουργού με τον βασιλιά
Κωνσταντίνο Α’ και η άρνηση του να υπακούσει σε μια φιλογερμανική
ουδετερότητα της Ελλάδος (το ενδεχόμενο της προσάρτισης στην τριπλή
συμμαχία το απέρριπτε ακόμη και ο ίδιος ο Κάιζερ, δεδομένου ότι θα
έπρεπε να αντιμετοπίσει τον στόλο της παντοκράτειρας, στην ένδοξη εποχή
της Μπελ Επόκ, Βρετανίας) και να επιδιώξει την συμμαχία της χώρας με την
Εγκάρδια Συννενόηση (Αντάντ), κατά τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο, αποτέλεσε
το εναρτκήριο λάκτισμα για τον εθνικό διχασμό. Όσα ακολούθησαν, η άσκοπη
και δαπανηρή επιστράτευση του 1915, οι δύο παραιτήσεις της κυβέρνησης
Βενιζέλου, η δημιουργία κυβέρνησης Εθνικής Άμυνας στην Θεσσαλονίκη, η
επέμβαση των συμμάχων στα εγχώρια πολιτικά πράγματα και η καθυστερημένη
έξοδος της Ελλάδας στον πόλεμο εξασθένισαν τα οικονομικά της χώρας και
την ανάγκασαν να στραφεί προς τον εξωτερικό δανεισμό.Η διχόνοια ανάμεσα
στις δύο παρατάξεις γαλούχησε γενιές Ελλήνων δίχως εθνική ομοψυχία.
Μεγάλος ηττημένος ήταν το έθνος.
Αθήνα, 31 Ιουλίου 1920: Με τον Βενιζέλο να έχει γλυτώσει μετά βίας
από την απόπειρα δολοφονίας και τα εγχώρια έντυπα μέσα να κάνουν λόγο
για θάνατο του Έλληνα πρωθυπουργού συντελέστηκε ένα ακόμη γεγονός –
αποτέλεσμα του εθνικού διχασμού. Οι Βενιζελικοί, εξοργισμένοι στο
άκουσμα της παραποιημένης είδησης, προέβησαν σε αντίποινα απέναντι στα
μεγάλα στελέχη την αντιπολίτευσης και τις περιουσίες τους. Ήταν η θεία
πρόνοια, σύμφωνα με τις εφημερίδες της εποχής, που έσωσε τον πρωθυπουργό
της Μεγάλης Ελλάδος. Θα πρέπει να ήταν η ίδια θεϊκή παρέμβαση που
λίγες ώρες αργότερα θα άφηνε τον ικανό πολιτικό Ίωνα Δραγούμη να πέσει
έρμαιο στα χέρια των φανατισμένων βενιζελικών. Ο Ίων Δραγούμης, γιός του
Στέφανου Δραγούμη, πολιτικού εχθρού του Βενιζέλου, ήταν πολιτικός,
διπλωμάτης, συγγραφέας και βασικός εκπρόσωπος του ελληνικού ρομαντικού
εθνικισμού. Ακόμη ήταν μία από τις πιο αμφιλεγόμενες προσωπικότητες της
ελληνικής ιστορίας. Πάντοτε σε αντίθεση με το όραμα της Μεγάλης Ελλάδας,
δε δίστασε να παρέχει κριτική υποστήριξη στον Βενιζέλο, όταν και όπου ο
ίδιος έκρινε σκόπιμο. Άλλωστε, η εναντίωση του στις πολιτικές πρακτικές
του Βενιζέλου δεν πήγαζε από φιλομοναρχικά αισθήματα ή συμπάθεια στο
πρόσωπο του έκπτωτου Κωνσταντίνου Α’ αλλά από την πίστη του στην ιδέα
του έθνους και της εθνικής αυτοδιάθεσης. Η πολιτική και διπλωματική του
ικανότητα δεν στάθηκαν αρκετές για να τον προστατεύσουν από το τάγμα
ασφαλείας που διοικούσε ο βενιζελικός Παύλος Γύπαρης. Ο Δραγούμης, αφού
παράκουσε τις συμβουλές της ερωμένης του Μαρίκας Κοτοπούλη, επιβιβάστηκε
στο αυτοκίνητο του, το μικρό Φορντ, και κατευθύνθηκε στα γραφεία του
περιοδικού του «Πολιτική Επιθεώρησις» στο κέντρο της Αθήνας. Λίγες ώρες
μετά την σύλληψη του από το παρακρατικό τάγμα ασφαλείας στην οδό
Κηφισίας, στη βίλα «Θων», ο Δραγούμης μεταφέρθηκε στο στρατώνα του
τάγματος, όπου συνάντησε τον επιφανή πολιτικό, εθνικό ευεργέτη και
προσωπικό φίλο του Βενιζέλου, Εμμανουήλ Μπενάκη και τον Παύλο Γύπαρη.
Ήταν περίπου τρεις το μεσημέρι, όταν ο τελευταίος διέταξε δεκαοχτώ
στρατιώτες να μεταφέρουν τον Δραγούμη στην συμβολή των οδών Κηφισίας και
Ρηγίλλης, εκεί όπου άφησε και την τελευταία του πνοή. Τα αντίποινα των
βενιζελικών για την απόπειρα δολοφονίας του ηγέτη τους περιελάμβαναν και
την καταστροφή των κτηρίων όπου στεγάζονταν ο αντιβενιζελικός τύπος
(Ριζοσπάστης, Καθημερινή). Κατά συνέπεια, η μονομερής ενημέρωση από τον
βενιζελικό τύπο δεν άφηνε περιθώρια για εγγυρότητα και αμεροληψία. Οι
φιλοβενιζελικές εφημερίδες ασχολούνταν, ημέρες μετά, με την δολοφονική
απόπειρα εναντίον του πρωθυπουργού. Τέλος, λεηλατήθηκαν κατοικίες και
χώροι εργασίας επιφανών πολιτικών που στελέχωναν την ηνωμένη
αντιπολίτευση, όπως ο πρώην πρωθυπουργός Στέφανος Σκουλούδης.
Πειραιάς, 17 Αυγούστου 1920: Ο Βενιζέλος φτάνει στο λιμάνι, ύστερα
από καθυστέρηση λόγω του τραύματος του, και γίνεται δεκτός με τιμές και
φιλοφρονήσεις από τους πολίτες. Ο λαός τον αποθέωσε, ο τύπος του έπλεξε
το εγκώμιο και η Βουλή τον ανακήρυξε, ύστερα από οκτώ ημέρες, «Ευεργέτη
και Σωτήρα της Πατρίδος». Στο μεσοδιάστημα, τα πνεύματα ηρέμησαν και η
συνταγματική νομιμότητα αποκαταστάθηκε. Ο φιλοβενιζελικός τύπος έκανε
απλή αναφορά στην δολοφονία Δραγούμη, παραποιώντας τα γεγονότα και
αρνούμενος την εμπλοκή των οπαδών του Βενιζέλου. Η επιτυχία της Ελλάδας
στις Σέβρες γιορτάστηκε στις 14 Σεπτεμβρίου, όταν στο Παναθηναϊκό Στάδιο
συγκεντρώθηκε πλήθος κόσμου να πανηγυρίσει για το εθνικό επίτευγμα. Ο
Βενιζέλος προσπάθησε να εκμεταλλευτεί την πολιτική συγκυρία, διαλύοντας
την «Βουλή των Λαζάρων» και προκηρύσσοντας εκλογές. Στις 1 Νοεμβρίου του
1920, η Ηνωμένη Αντιπολίτευση εκμεταλλευόμενη τον εκλογικό νόμο (πήρε
λιγότερες ψήφους από τους Φιλελεύθερους) αλλά και την κόπωση του
ελληνικού λαού από τον δεκαετή πόλεμο και με σύνθημα της «Ψηφίστε μας
για να γυρίσουν τα παιδιά σας από το μέτωπο» κατάφερε να κερδίσει
περισσότερες έδρες από τους Φιλελεύθερους. Ο Βενιζέλος αυτοεξορίστηκε
στο Παρίσι και η Ελλάδα ξεκίνησε ένα δύσκολο εγχείρημα: την προέλαση
εναντίον της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.
Τα Ιουλιανά, όπως όνομαστηκέ το κύμα βίας και φανατισμού που
επικράτησε στην Ελλάδα τις τελευταίες ημέρες του Ιουλίου του 1920,
αποτέλεσαν το θλιβερό επακόλουθο του Εθνικού Διχασμού. Η πόλωση που
προκλήθηκε οδήγησε εκπροσώπους και των δύο παρατάξεων σε ακρότητες. Ο
φανατισμός δεν άφηνε περιθώρια για εθνική συσπείρωση, ενώ η Εθνική
επιτυχία στις Σέβρες αμαυρώθηκε από την απόπειρα δολοφονίας εναντίον του
Βενιζέλου και την δολοφονία του Ίωνα Δραγούμη. Επρόκειτο για ένα
διήμερο «αδελφοκτόνου αλληλοσπαραγμού» στην σκιά της Μικρασιατικής
εκστρατείας..
ΠΗΓΕΣ www.thinkfree.gr
- Richard Clogg, Συνοπτική ιστορία της Ελλάδας. 1770-2000, εκδ.ΚΑΤΟΠΤΡΟ, 2003
- Θάνος Βερέμης, Γιάννης Κολιόπουλος, Ελλάς Η σύγχρονη συνέχεια από το 1821 μέχρι σήμερα, εκδ.Καστανιώτη, 2006
- Γεώργιος Ι. Παναγιωτάκης, Ο Βενιζέλος στην επανάσταση και την πολιτική, Εκδ.Τυποκρέτα,1993
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου