Γράφουν ο Γιώργος Καββαδίας & η Αγγελική Φατούρου
41 χρόνια μετά, δεν θα επιτρέψουμε να ξαναμπούν στην τάξη οι Επιθεωρητές, γιατί
“αυτοί που σε διδάσκουν να πετάς, δεν μπορεί να σέρνονται”!
Εν μέσω απόλυτης φτωχοποίησης των εκπαιδευτικών, που βλέπουν τους πενιχρούς μισθούς τους να εξανεμίζονται από το κύμα ακρίβειας, και εξοντωτικής εντατικοποίησης της εργασίας τους, εντός και εκτός εργασιακού ωραρίου, η υπουργός Παιδείας ανακοίνωσε τροπολογία με την οποία κηρύσσει την έναρξη της ατομικής αξιολόγησης των εκπαιδευτικών! Η αξιολόγηση δεν είναι παρά η επαναφορά του θεσμού του επιθεωρητή, που καταργήθηκε πριν 41 χρόνια μετά από μεγάλους εκπαιδευτικούς και πολιτικούς αγώνες, η επιβολή κλίματος αυταρχισμού και αυθαιρεσίας, η κατάργηση κάθε έννοιας παιδαγωγικής ελευθερίας και δημοκρατίας στα σχολεία, ώστε “υπάκουοι, άβουλοι και μοιραίοι” οι εκπαιδευτικοί να υποκύπτουν σε κάθε αντιεκπαιδευτικό μέτρο. Όταν το υπουργείο, ανακοίνωνε ότι δεν θα προχωρήσουν οι μονιμοποιήσεις των συναδέλφων που διορίστηκαν από το 2020 και μετά, καθιστούσε σαφές ότι η αξιολόγηση έρχεται να χτυπήσει τη μόνιμη και σταθερή εργασία στο δημόσιο σχολείο, αίροντας, ουσιαστικά, το καθεστώς της μονιμότητας. Αντίστοιχα, οι δηλώσεις για νέο μισθολόγιο και υποτιθέμενες αυξήσεις μόνο μετά από αξιολόγηση, παραπέμπουν ευθέως στα διαβόητα μπόνους και πριμ παραγωγικότητας, δηλαδή στην κατάργηση της ακώλυτης μισθολογικής εξέλιξης, στην απόλυτη διάσπαση του εκπαιδευτικού σώματος σε άτομα που θα ανταγωνίζονται μεταξύ τους για ψίχουλα, που θα αδυνατούν να διεκδικήσουν συλλογικά έναν μισθό αξιοπρέπειας. Οι δηλώσεις περί «βελτιωτικής αξιολόγησης» στοχεύουν μόνο στο να μην υπάρξουν αντιδράσεις από τους εκπαιδευτικούς και σε τίποτα άλλο. Η κυβέρνηση της ΝΔ ευελπιστεί ότι κατακερματίζοντας την επιβολή της αξιολόγησης, ξεκινώντας από τους νεοδιόριστους συναδέλφους και από περιοχές μακριά από το κέντρο, θα κάμψει τις αντιδράσεις, ώστε στη συνέχεια να εδραιωθεί σε όλη την επικράτεια. Ο εκβιασμός στους νεοδιόριστους είναι ωμός, κυνικός και έχει βάθος χρόνου. Το σχέδιο διάλυσης των εργασιακών σχέσεων έχει και συνέχεια.
Πλάι στην αξιολόγηση και την ομηρία των νεοδιόριστων εκπαιδευτικών, το ΥΠΑΙΘ εξαγγέλλει νέο σύστημα προσλήψεων που θα συμπεριλαμβάνει διαγωνισμό του ΑΣΕΠ, ώστε να εμπεδωθεί το καθεστώς της εργασιακής ανασφάλειας, το αέναο κυνήγι προσόντων, μορίων, σεμιναρίων [που άνοιξε το προσοντολόγιο του ΣΥΡΙΖΑ και ολοκληρώνει ο ΑΣΕΠ και η αξιολόγηση]. Ταυτόχρονα, η «ελληνική PISA» θα εφαρμοστεί κανονικά και καθολικά φέτος [πρόκειται για άλλο ένα εργαλείο που θα χρησιμοποιηθεί για την κατηγοριοποίηση σχολείων, εκπαιδευτικών και μαθητών]. Υλοποιούνται έτσι όλες οι κεντρικές κατευθύνσεις της ΕΕ και του ΟΟΣΑ, με στόχο το ξεθεμελίωμα της Δημόσιας Εκπαίδευσης και τη δημιουργία ενός ταξικού και κατηγοριοποιημένου σχολείου, που θα εντείνει τους αποκλεισμούς της νεολαίας από τη μόρφωση και θα διαμορφώσει μια νέα γενιά εργαζομένων με μειωμένες προσδοκίες.
1. Το θεσμικό πλαίσιο για την αξιολόγηση/αυτοαξιολόγηση καταρρίπτει κάθε μύθο περί «καλής» ή «κακής», «τιμωρητικής» ή «μη τιμωρητικής» αξιολόγησης. Σε ένα ταξικό – ιεραρχικό κοινωνικό και εκπαιδευτικό σύστημα η αξιολόγηση δεν μπορεί παρά να είναι ιεραρχική – συμμορφωτική – τιμωρητική. Αποτελεί κεντρικό μηχανισμό ανατροπής εργασιακών σχέσεων, ιδεολογικής χειραγώγησης και κατηγοριοποίησης σχολείων – εκπαιδευτικών – μαθητών. Με στόχο μια εκπαίδευση επιτηρούμενη, χειραγωγημένη, αυταρχική, κατακερματισμένη και κατηγοριοποιημένη. Άλλωστε η εμπειρία πολλών χρόνων υλοποίησης αντίστοιχων μοντέλων κυρίως σε Ηνωμένο Βασίλειο και ΗΠΑ, και οι σφοδρές αντιδράσεις των εκεί εκπαιδευτικών συνδικάτων, αποδεικνύουν του λόγου το αληθές.
2. Η αξιολόγηση/αυτοαξιολόγση ανατρέπει εργασιακά δικαιώματα και κατακτήσεις. Είναι δηλαδή ο κεντρικός μηχανισμός για την υπονόμευση της μονιμότητας, την τρομοκράτηση και τις μαζικές απολύσεις. Κατηγοριοποιεί τους εκπαιδευτικούς σε «ελλιπείς», «επαρκείς», «πολύ καλούς», «εξαιρετικούς», προκαλώντας ανταγωνισμούς και συγκρούσεις ,εθίζοντας στη δουλοπρέπεια, την αυλοκολακεία, διαμορφώνοντας κλίμα υποταγής, αυστηρής πειθάρχησης και ελέγχου. Ήδη το προσοντολόγιο Γαβρόγλου της σκληρής αξιολόγησης των ελαστικά εργαζόμενων, οι 3μηνιτες covid που για πρώτη φορά απολύονταν από τους Διευθυντές Εκπαίδευσης, οι προσλήψεις ωρομίσθιων απευθείας από τους Διευθυντές Εκπαίδευσης, μετατρέπουν το δικαίωμα στην εργασία σε κινούμενη άμμο. Η κατηγοριοποίηση και συρρίκνωση των σχολείων θα φέρει, επίσης, νέα μείωση χιλιάδων θέσεων εργασίας, με πρώτα θύματα βεβαίως τους ελαστικά εργαζόμενους εκπαιδευτικούς και μετά τους μόνιμους.
3. Στρατηγικός στόχος να οικοδομήσουν ένα πανοπτικό μοντέλο αξιολόγησης/αυτοαξιολόγησης. Επιδιώκουν να μετατρέψουν τους εκπαιδευτικούς σε «άβουλους και μοιραίους», «yes men», υπαλλήλους που -πάσχοντας από μόνιμη οσφυοκαμψία- ευθυγραμμίζονται με την εκπαιδευτική πολιτική της εκάστοτε κυβέρνησης και την επίσημη κρατική διδακτική. Αυτό τον ρόλο παίζει η Αρχή Διασφάλισης της Ποιότητας στην Πρωτοβάθμια και Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση (Α.ΔΙ.Π.Π.Δ.Ε.), που θεσμοθετήθηκε με τον ν. 4112/2013 και τον διατήρησαν οι κυβερνήσεις ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ. Υλοποιεί τον κοινό στόχο όλων των κυβερνήσεων και υπουργών παιδείας εδώ και δεκαετίες του φθηνού, ευέλικτου, πειθαρχημένου σχολείου, των ταξικών φραγμών και του εξεταστικού μινώταυρου, του αποκλεισμού μεγάλου μέρους του μαθητικού πληθυσμού από το δημόσιο αγαθό της μόρφωσης, με βάση τις κατευθύνσεις ΕΕ – ΟΟΣΑ.
4. Με την αξιολόγηση κατακερματίζεται τόσο η προσωπικότητα του εκπαιδευτικού, όσο και η εκπαιδευτική διαδικασία, επιχειρείται δηλαδή η ποσοτικοποίηση και μέτρηση χαρακτηριστικών της ανθρώπινης προσωπικότητας και στοιχείων της εκπαιδευτικής διαδικασίας [η διδακτική ή μαθησιακή ικανότητα, η πνευματική και επιστημονική συγκρότηση, η ικανότητα επικοινωνίας και ο τρόπος συμπεριφοράς, οι διαπροσωπικές σχέσεις, οι ιδέες, η φαντασία, η πρωτοβουλία κ.ά. ]. Σε συνθήκες «αξιολογικής δικτατορίας», το παιδαγωγικό και διδακτικό έργο των εκπαιδευτικών μετατρέπεται σε έναν στεγνό διοικητικό μηχανισμό συμπλήρωσης αριθμών και φορμών.
5. Παρά τους ευφημισμούς και τις αγιογραφικές διακηρύξεις όλων των κυβερνήσεων για την αυτοαξιολόγηση, αυτή όχι μόνο δεν είναι «αθώα», αλλά συνδέεται άρρηκτα με την αξιολόγηση. Όλα τα εργαλεία της (άξονες, κριτήρια, δείκτες, φόρμες κ.α.), συγκροτούν τους όρους μιας διαδικασίας που καμία σχέση δεν έχει με εσωτερικές και ανατροφοδοτικές συλλογικές παιδαγωγικές λειτουργίες, που έτσι κι αλλιώς δεν θα μπορούσαν να γίνουν σε ένα αυταρχικό/ιεραρχικό εκπαιδευτικό σύστημα μιας ταξικής κοινωνίας, και μάλιστα μιας κοινωνίας σε βαθιά πολύπλευρη κρίση, όπως η σημερινή. Αντίθετα η αυτοαξιολόγηση/αξιολόγηση διαμορφώνει μια δυναμική κωδικοποίησης, συγκρισιμότητας, διαφοροποίησης, κατάταξης και ανταγωνισμού των σχολικών μονάδων. Οδηγεί τους εκπαιδευτικούς σε ένα κυκεώνα συνεδριάσεων και γραφειοκρατικών διαδικασιών, μια διαδικασία αλλοτρίωσης και χειραγώγησης. Ένα «αδειανό πουκάμισο», μια ψευδαίσθηση συμμετοχής, που νομιμοποιεί την κρατική εξουσία και τον έλεγχο, λειτουργεί ως «φύλλο συκής» ενός αυταρχικού και κομματικά ελεγχόμενου διοικητικού μηχανισμού της εκπαίδευσης.
6. Στην πρόταση για αυτοαξιολόγηση αποκρύπτεται συνειδητά η βασική παραδοχή για την εκπαίδευση: ότι οι κοινωνικές παράμετροι και καταστάσεις είναι αυτές που καθορίζουν το περιεχόμενο και τις διαδικασίες της. Η αυτοαξιολόγηση αποσιωπά συστηματικά τόσο την επίδραση των κοινωνικών ανισοτήτων και διαφορών στις σχολικές επιδόσεις, όσο και τις ευθύνες της κρατικής πολιτικής. Αντί να αναγνωρίσει την κρατική ευθύνη στην διαμόρφωση των ταξικών ανισοτήτων, στην επιλογή σκοπών και στόχων, στον καταρτισμό των προγραμμάτων, στη συγγραφή των βιβλίων, στις ελλείψεις της υλικοτεχνικής υποδομής, στην απαξίωση του ανθρώπινου δυναμικού, φορτώνει τις ευθύνες στους εκπαιδευτικούς.
7. Η αξιολόγηση/αυτοαξιολόγηση, συνδέεται με την «αποκέντρωση» και την «αυτονομία», επιδιώκοντας τον περιορισμό ή και την κατάργηση της χρηματοδότησης από το κράτος, ωθεί τα σχολεία στην αναζήτηση χορηγών για την κάλυψη πάγιων και έκτακτων αναγκών, καταργεί σταδιακά τον ενιαίο και δωρεάν χαρακτήρα της εκπαίδευσης. Κατηγοριοποιεί τις σχολικές μονάδες σε καλές και κακές, ανάλογα με τους χορηγούς και τα χρήματα που εξοικονομεί η καθεμιά, προωθώντας την ανταγωνιστικότητα μεταξύ τους, για να επιλεγούν “ελεύθερα” από περισσότερους γονείς. Ανοίγει διάπλατα τις πόρτες για ένα πιο φτωχό/διαφοροποιημένο περιεχόμενο σπουδών και αναλυτικό πρόγραμμα.
8. Η αξιολόγηση προβάλλει το εκπαιδευτικό έργο ως προσωπική υπόθεση των εκπαιδευτικών. Επιδιώκει έτσι να τους ενοχοποιήσει στα μάτια των μαθητών τους και της κοινής γνώμης για την κρίση της εκπαίδευσης. Οι εκπαιδευτικοί «χρεώνονται» την επιτυχία ή αποτυχία των μαθητών τους, επιδιώκοντας να συνδεθούν οι επιδόσεις των μαθητών [με βάση και την τράπεζα θεμάτων] με την αξιολόγηση των εκπαιδευτικών. «Αγνοούνται» οι κοινωνικές και γεωγραφικές ανισότητες, που διαμορφώνουν αντίξοες συνθήκες για την εκπαίδευση των μαθητών από τα ασθενέστερα οικονομικά και κοινωνικά στρώματα. Παραλείπονται όλοι εκείνοι οι παράγοντες που οδηγούν στον Καιάδα της εγκατάλειψης του σχολείου και του αναλφαβητισμού. Χαρακτηριστικά αναφέρουμε ότι η έκθεση Πισσαρίδη προτείνει για την αντιμετώπιση της παραπάνω «αγκύλωσης» τα εξής: «Συνεχής αξιολόγηση, με βάση κριτήρια όπως οι επιδόσεις των μαθητών, το ποσοστό εισαγωγής των μαθητών στα Πανεπιστήμια, οι ειδικές προκλήσεις κάθε σχολείου. Σύνδεση της χρηματοδότησης των σχολείων με την επίτευξη εκπαιδευτικών στόχων. Δημοσιοποίηση των αποτελεσμάτων των αξιολογήσεων και σύγκριση μεταξύ των σχολείων με αξιοποίηση των νέων τεχνολογιών».
9. Oι σχολικές μονάδες βαθμολογούνται σε δεκαβάθμια κλίμακα και κατηγοριοποιούνται στην ψηφιακή πλατφόρμα του ΙΕΠ. Αυτό όχι μόνο δε βελτιώνει την ποιότητα της εκπαίδευσης, αλλά λειτουργεί ως μηχανισμός αποδόμησης, συρρίκνωσης δαπανών και διορισμών, καταργήσεις τμημάτων και σχολείων. Η ποιότητα στην εκπαίδευση για τους μαχόμενους εκπαιδευτικούς δεν είναι η μετρήσιμη αποδοτικότητα που σχετίζεται με τις προτεραιότητες των «αγορών». Η ποιότητα συμβαδίζει με την ενίσχυση και όχι την αποδόμηση της δημόσιας παιδείας, την προσπάθεια άρσης των κοινωνικών φραγμών, για ένα σχολείο που χωρά όλους τους μαθητές και όλη την γνώση!
10. Είναι χαρακτηριστική η μαρτυρία της Νταϊάν Ράβιτς [θεωρητικού της εκπαίδευσης, συγγραφέα και υφυπουργού Παιδείας του Τζορτζ Μπους] για τις καταστροφικές συνέπειες της αξιολόγησης: «[…] η αξιολόγηση μετατράπηκε σε εφιάλτη για τα αμερικανικά σχολεία […] Η τρέχουσα έμφαση στην αξιολόγηση έχει δημιουργήσει στα σχολεία μια τιμωρητική ατμόσφαιρα. […] Η εκπαιδευτική πολιτική που ακολουθούμε αναστατώνει τις κοινότητες, κατεδαφίζει σχολεία, χωρίς να τα βελτιώνει. Το σημαντικότερο όμως είναι πως δεν παράγουμε μια γενιά μαθητών με περισσότερες γνώσεις […]».
10+1. Οι εκπαιδευτικοί έχουν κάθε δικαίωμα να αντισταθούν στον ασφυκτικό έλεγχο του νεο-επιθεωρητισμού. Γιατί «ο δάσκαλος που θα υποχρεωθεί να καταπνίξει τη σκέψη του θα γίνει διπλά σκλάβος ή θα καταντήσει ένας ψυχικά ανάπηρος άνθρωπος, ανίκανος να μορφώσει άλλους» (Δημήτρης Γληνός). Έχουν χρέος να συμβάλουν στη διαμόρφωση ενός μορφωτικού – κοινωνικού κινήματος που θα διεκδικεί έναν «άλλο» ρόλο για τον εκπαιδευτικό και την εκπαίδευση. Για ένα σχολείο της ολόπλευρης γνώσης και μόρφωσης, όχι των “δεξιοτήτων” και της προετοιμασίας του φθηνού ευέλικτου εργατικού δυναμικού. Ένα σχολείο που ο εκπαιδευτικός θα εκπληρώνει το ρόλο του ως παιδαγωγός και όχι ως ιμάντας μεταφοράς πληροφοριών και καταγραφέας επιδόσεων.
Πρέπει να ενωθούμε και να ξεσηκωθούμε, με μια φωνή και μια γροθιά!
Καμιά εκλογική αναμονή – καμιά αυταπάτη.
Μόνη απάντηση η μετωπική και αποφασιστική αντιπαράθεση του εκπαιδευτικού κινήματος μέχρι τη νίκη!
Κήρυξη πολύμορφου αγώνα διαρκείας, για την ανατροπή της αντιεκπαιδευτικής πολιτικής και την ακύρωση της αξιολόγησης στην πράξη!
*Ο Γιώργος Καββαδίας είναι μέλος του ΔΣ της ΕΛΜΕ Πειραιά, εκλεγμένος με τις Αγωνιστικές Παρεμβάσεις. Η Αγγελική Φατούρου είναι Πρόεδρος της ΕΛΜΕ Περιστερίου. εκλεγμένη με τις Αγωνιστικές Παρεμβάσεις. Και οι δύο είναι μέλη του Εκπαιδευτικού Ομίλου και της Συντακτικής Επιτροπής του περιοδικού Αντιτετράδια της Εκπαίδευσης.
Ο δεκάλογος απόρριψης της αξιολόγησης/αυτοαξιολόγησης - e-Πρόλογος (e-prologos.gr)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου