Χρήστος Κάτσικας
Πριν από περίπου έναν χρόνο, τον Ιούλιο του 2019, η υπουργός Παιδείας Νίκη Κεραμέως, σε συνέντευξή της σε γνωστή εφημερίδα του πολιτικού της χώρου, είχε δηλώσει ότι
η μεταρρύθμιση στην πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια εκπαίδευση πρέπει να αφορά «ένα συνεκτικό πρόγραμμα από το Δημοτικό έως το Λύκειο του οποίου το ωρολόγιο πρόγραμμα να εμπλουτίζεται με νέες εκπαιδευτικές θεματικές, όπως εθελοντισμός, επιχειρηματικότητα, καλλιέργεια ήπιων δεξιοτήτων, όπως δημιουργικότητα, κριτική και συνθετική σκέψη και δημιουργική δουλειά, όπως και καλλιέργεια ψηφιακών δεξιοτήτων».
Λίγο αργότερα (Οκτώβριος του 2019), η κ. Κεραμέως, σε ημερίδα του ΙΟΒΕ, είχε αποκαλύψει ότι υπάρχει «διττή στόχευση: αφ’ ενός βέλτιστη αξιοποίηση της γνώσης, αφ’ ετέρου βελτίωση της προσαρμοστικότητας των νέων σε ένα διαρκώς μεταβαλλόμενο περιβάλλον».
Οι πρόσφατες νομοθετικές παρεμβάσεις του ΥΠΑΙΘ
Πριν από λίγους μήνες (Ιούνιος 2020), η υπουργός Παιδείας, σε ομιλία της στη Βουλή παρουσιάζοντας τους βασικούς στόχους του νομοσχεδίου για την Παιδεία, σημείωσε με έμφαση ότι «θέλουμε να αλλάξουμε τα πράγματα από τη βάση προς τα πάνω, να δώσουμε περισσότερα εφόδια στους μαθητές, να καλλιεργήσουμε χρήσιμες δεξιότητες και να επενδύσουμε στις δυνατότητες της εκπαιδευτικής κοινότητας».
Ως προς τη βασική φιλοσοφία του νομοσχεδίου η Νίκη Κεραμέως σημείωσε ότι «στόχος του υπουργείου είναι η απομάκρυνση από τη στείρα μετάδοση γνώσεων και η σηματοδότηση της στροφής σε ένα σύγχρονο σχολείο που δίνει έμφαση στην καλλιέργεια δεξιοτήτων του 21ου αιώνα».
«Δίνουμε έμφαση στην καλλιέργεια δεξιοτήτων του 21ου αιώνα στους μαθητές: ήπιες δεξιότητες, δεξιότητες ζωής και δεξιότητες τεχνολογίας και επιστήμης, όπως ενδεικτικά η κριτική σκέψη, η δημιουργικότητα, η συνεργασία, η επικοινωνία, η ευελιξία και προσαρμοστικότητα, η πρωτοβουλία, η οργανωτική ικανότητα, η ενσυναίσθηση και οι κοινωνικές δεξιότητες, η επίλυση προβλημάτων, ο ψηφιακός και τεχνολογικός προγραμματισμός», υπογράμμισε.
Παράλληλα μιλώντας για τα λεγόμενα εργαστήρια δεξιοτήτων δήλωσε ότι «αυτή η εκπαιδευτική καινοτομία που θα εισαχθεί για πρώτη φορά φέτος σε επιλεγμένα σχολεία της χώρας, δίνει στους μαθητές πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης τη δυνατότητα να αποκτήσουν πολύτιμες και άκρως χρήσιμες δεξιότητες ζωής (life skills), ήπιες δεξιότητες (soft skills) και δεξιότητες τεχνολογίας και επιστήμης».
Παράλληλα οφείλουμε να επισημάνουμε ότι δεν υπάρχει κείμενο της Ε.Ε. και του ΟΟΣΑ για την εκπαιδευτική πολιτική που να μην επικεντρώνεται (ως υποτίθεται αντίδοτο στα «παρωχημένα αναλυτικά προγράμματα», στην «κουραστική εγκύκλια γνώση» και στην «αποστήθιση και τη μηχανική μάθηση» που «μετατρέπει τους μαθητές σε παθητικούς αποδέκτες») στην ανάγκη βελτίωσης των δεξιοτήτων με προτεραιότητα τους τομείς της «καινοτομίας» και της «επιχειρηματικότητας» καθώς και στη μέθοδο «μαθαίνω πώς να μαθαίνω» (learning to learn), η οποία αποτελεί, μάλιστα, μία από τις οκτώ δεξιότητες που έχει αποφασίσει η Ε.Ε. ότι πρέπει να δίνονται μέσω της εκπαιδευτικής διαδικασίας για τη «διά βίου μάθηση».
Πιο συγκεκριμένα, το 2018, με βάση την αξιολόγηση των δεξιοτήτων των ενηλίκων (PIAAC), αλλά και των μαθητών (PISA) ο ΟΟΣΑ εκδίδει την έκθεση «Το μέλλον της εκπαίδευσης και των δεξιοτήτων. Η εκπαίδευση το 2030» (Τhe future of education and skills. Education 2030) και την ίδια στιγμή δημιουργεί ξεχωριστή ιστοσελίδα για τις δεξιότητες.
Να το πούμε από την αρχή: Οι «ήπιες δεξιότητες», οι «χρήσιμες δεξιότητες», οι «νέες εκπαιδευτικές θεματικές» και τα «εργαστήρια δεξιοτήτων», που κλίνει σε όλες τις πτώσεις η υπουργός Παιδείας, σε καμιά περίπτωση δεν αποτελούν συγκεκριμένη πολιτική ιδιοκτησία και καινοτομία της νέας ηγεσίας του υπουργείου Παιδείας, αλλά συνέχεια, με διαφορετικό, ενδεχομένως, πολιτικό μείγμα, όλων των ηγεσιών του υπουργείου Παιδείας από το 2010 (Αννα Διαμαντοπούλου) και μετά, καθώς απλά αναπαράγουν την εργαλειοθήκη του ΟΟΣΑ (οι δεξιότητες αυτές περιγράφονται εδώ και χρόνια στις κατευθύνσεις του ΟΟΣΑ, με βάση αυτές χτίστηκε ο διαγωνισμός PISA, με τη γνωστή αξιοποίηση των αποτελεσμάτων του) και το εκπαιδευτικό του πρόγραμμα στην προοπτική ανάπτυξης μιας ευέλικτης εργατικής δύναμης σε συνθήκες καθολικής εργασιακής ανασφάλειας.
Να το ξεκαθαρίσουμε: Το ζήτημα των δεξιοτήτων είναι εξαιρετικής σημασίας, γιατί σχετίζεται άμεσα με το τι και το πώς μαθαίνουν τα παιδιά στο σχολείο, τι άνθρωπο, τι εργαζόμενο πρέπει να βγάλει το σχολείο, ώστε να είναι φτηνός, πειθαρχημένος, αποδοτικός και εκμεταλλεύσιμος. Ο δικός μας ΣΕΒ, που εξειδικεύει την παραπάνω «γραμμή», απαιτεί «επένδυση σε περισσότερες, καλύτερες και σύγχρονες δεξιότητες, οι οποίες είναι αναγκαίες για την αποτελεσματική λειτουργία των επιχειρήσεων».
Η κ. Κεραμέως και οι πρόεδροι του ΙΕΠ και της ΑΔΙΠΠΔΕ, αξιοποιώντας τη νομοθεσία της προηγούμενης πολιτικής ηγεσίας του υπουργείου Παιδείας (Κ. Γαβρόγλου) και με βάση τις προτάσεις του ΟΟΣΑ, επιχειρούν να οριοθετήσουν, για ακόμη μία φορά, τον καμβά ενός φτηνού σχολείου, προσανατολισμένου στην αγορά και τις δεξιότητες, τεχνοκρατικού, απογυμνωμένου από κάθε ευρύτερο μορφωτικό ρόλο και βέβαια με κυρίαρχη την ελαστική απασχόληση.
Καλυμμένη υποτίμηση της ουσίας της μόρφωσης
Η «εκμάθηση της μάθησης», προτεραιότητα της κυρίαρχης εκπαιδευτικής πολιτικής, στηρίζεται σε ένα είδος γενικής μόρφωσης, το οποίο δεν καλλιεργεί και δεν αναπτύσσει τη συνθετική-αναλυτική σκέψη, δεν δίνει τις βάσεις για την ερμηνεία της κοινωνίας και του κόσμου, δεν στοχεύει καν στην κατανόηση του κόσμου και της κοινωνίας, καθώς αποτελεί μια αποστεωμένη καρικατούρα της «εκμάθησης της μάθησης» που προώθησε το κίνημα της νέας αγωγής. Βασίζεται στον κατακερματισμό της γνώσης, στην άρνηση του ενιαίου χαρακτήρα της.
Ο υπερτονισμός τού «μαθαίνω πώς να μαθαίνω», αποσυνδεδεμένος από το «τι και για ποιο σκοπό μαθαίνω», αποτελεί υποτίμηση της ουσίας της μόρφωσης.
Και όπως εύστοχα σημειώνει ο πανεπιστημιακός Γιώργος Γρόλλιος, το ζητούμενο για τη μορφωτική αντίληψη της νεοφιλελεύθερης αναδιάρθρωσης είναι η ανάπτυξη της «εκμάθησης της μάθησης», με στόχο την επιλεκτική αξιοποίηση τεμαχισμένων γνώσεων σε συνθήκες εργασίας που αλλάζουν. Μιλάμε για την εξοικείωση του μαθητή με δεξιότητες απαραίτητες στην αγορά εργασίας, τον εφοδιασμό του με ένα «κουτί πρώτων βοηθειών» γεμάτο βασικές γνώσεις/δεξιότητες με τις οποίες θα βγει στην αγορά εργασίας ώστε να είναι αποδοτικός και εκμεταλλεύσιμος, δηλαδή ακόμα πιο φτηνός.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου