Τετάρτη 4 Ιανουαρίου 2023

Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης, Ολόφωτος, πλήρης λέξεων ζωής αιωνίου!

 


112 χρόνια από την κοίμησή του

Μια επέτειος σήμερα μέσα στις γιορτές. Ανάμεσα στα Χριστούγεννα, τον Άι Βασίλη, τα Φώτα!

Παραμονές, λοιπόν, των Φώτων προπέμπουμε και υποδεχόμαστε τον Μεγα-Αλέξανδρο Παπαδιαμάντη, ανήμερα της επετείου της κοίμησής του.

Όσο θλιβερή κι αν είναι μια απώλεια ενός τόσο σημαντικού μεγάλου συγγραφέως, και μάλιστα για μια μικρή χώρα, εντούτοις η επέτειος αυτή μοιάζει με την θριαμβευτική κορύφωση της επίγειας πολιτείας του.

Το βασίλεμα ενός μεγάλου συγγραφέα και την πανήγυρι της λαμπρής και πλούσιας γλώσσας του μικρού τόπου που τον ανέδειξε -γιατί όχι και την ανέδειξε- μέσω, βεβαίως, της συγγραφικής του δεινότητας! Η ελληνική γλώσσα, λοιπόν, μπορεί να γιορτάζει σήμερα μαζί με τον μεγάλο συγγραφέα! Τον Αλέξανδρο Παπαδιαμάντη!

Γι’ αυτόν η συγγραφική ενασχόληση αποτέλεσε μια αποκλειστική και παθιασμένη αίρεσις βίου, δηλαδή μια επιλογή ζωής ανάμεσα στον κόσμο των λέξεων. Και μάλιστα, εμπνεόμενος και εμφορούμενος από το απλό ή και απλούστατο σκηνικό της μικράς πολίχνης Σκιάθου η οποία χωρούσε μέσα της όλο τον κόσμο, τις χαρές! Τα πάθη και τους αναστεναγμούς όλου του κόσμου.

Εκεί και ο Αλέξανδρος Εμμανουήλ Αδαμαντίου που «διάβαζε», ψηλαφούσε και ακροαζόταν τον μικρό αυτό κόσμο, που έμοιαζε να περιέχει και όλον τον άλλο και τον μετέτρεπε σε περίτεχνο ανεξίτηλο λογοτεχνικό κόσμημα. Μια γλωσσική τελετουργία υπέρφορτη που ο συγγραφέας διαχειριζόταν με την πλήρη γλωσσική σκευή που «κατείχε» μαζί με τον συνολικό του πνευματικό εξοπλισμό.

Κατά συνέπεια, ο πνευματικός του εξοπλισμός ήταν αυτός που τον καθοδηγούσε στην αντιμετώπιση των προσώπων και των κοινωνικών καταστάσεων και φαινομένων. Και βεβαίως, όχι ως ιδεολογική ανάλυση, αλλά ως ευαισθησία και απαλότητα ψυχής -καλώς αλλοιωμένη και όχι αλλοτριωμένη.

Ένας συγγραφέας με πολιτεία άμεμπτη, όσο… άσχημο(!) κι αν ακούγεται αυτό, αφού δεν προσκύνησε τον μαμμωνά, δηλαδή το χρήμα, αντί τον Θεό, όπως θα έλεγε ο ίδιος!

Πάντως, ο κοινός φίλος Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης και εσαεί κοινό κτήμα και πνευματική και πολιτιστική κληρονομιά δεν χαρίζεται στην ζωή. Δεν την χαμηλώνει, δεν την κάνει κατώτερη των περιστάσεών της και δεν την εξυψώνει παράλογα!

Υπέρλογα, ναι!

Άλλωστε αυτός είναι και ο κανόνας της ποίησης! Να μεταφέρει μέσα της ανάσες ζωής αιωνίου!

Ακόμη και εν μέσω πόνου και δυστυχίας!

Να την εξυψώνει σε βαθμίδα και επίπεδο τέχνης.

Κομμάτι, λοιπόν, αιωνιότητας διεκδικούν μέσω της τέχνης και οι δυστυχίες και τα πάθη που ανταμώνουν τον άνθρωπο μέσα στην ανθρώπινη μοίρα του που έρχονται να τον συνθλίψουν αναπάντεχα ή τραγικά, λόγω και της δικής του εμπλοκής στη γένεση ή την όλη εξέλιξη των γεγονότων!

Και ο συγγραφικός οίστρος του Παπαδιαμάντη δεν θα αδικήσει, δεν θα πλειοδοτήσει μονομερώς στα «χάσματα» που ως πάθια της ζωής καταδυναστεύουν τον άνθρωπο, αλλά θα παραλάβει το σώμα και την ιστορία του γεγονότος μαζί με τον όλο κοινωνικό περίγυρο της, για να το θέσει ευλαβικά εντός του προσωπικού του συγγραφικού του κόσμου και τοπίου!

Και εν τέλει, να το αναπαραστήσει προς τέρψιν και χάριν προσωπική, όπως και του αναγνωστικού κοινού που τέρπεται από τον ευρύτερο γλωσσολογικό του κώδικα, την εμβάθυνσή του ή και την απαραίτητη απόστασή του από τη διήγηση και τα πρόσωπα. Προσφέροντας, έτσι, μια άνεση ευρυχωρίας, αλλά και συνύπαρξης με τον συγγραφέα, τα πρόσωπα του έργου και το περιβάλλον του.

Ο Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης είναι ένας γνήσιος «παραμυθάς» από αυτούς που έχουν πάντα ανάγκη όλες οι κοινωνίες «ανώτερες» και «κατώτερες». Και ο Πόου και ο Δίκενς και Δοστογιέφσκι ιστορίες, παραμύθια διηγούνταν προς τέρψη, προβληματισμό και παραμυθία των αναγνωστών τους. (Αλλά μήπως και η δημοσιογραφία δεν έχει κι αυτή ένα ανάλογο ρόλο; Εκτός δηλαδή από την πληροφόρηση δεν έχει σκοπό και να εξάπτει και να παραμυθιάζει με τον έναν ή τον άλλο τρόπο τον κόσμο);

Μα όσο κι αν φοβάμαι πως θα χάσω τον Αλέξανδρο Παπαδιαμάντη με την δημοσιογραφική… παρεκτροπή εντούτοις τον βλέπω να ανατέλλει και μέσα από τον κόσμο του Τύπου και των εφημερίδων στις οποίες εργαζόταν τόσο ως μεταφραστής λογοτεχνικών έργων, όσο και ευρύτερης δημοσιογραφικής ύλης.

Άλλωστε ο μικρός τόπος δεν μπορούσε να «απασχολεί» επαγγελματίες συγγραφείς και ποιητές! Η επιβίωση ήταν ανεξάρτητη από το… μεράκι!

Και, σίγουρα, η σημερινή ημέρα θα έπρεπε να αποτελεί και γιορτή του Τύπου για να τιμά τόσο τον Παπαδιαμάντη όσο και όλους τους λοιπούς συγγραφείς και λογοτέχνες οι οποίοι εργάστηκαν και εργάζονται μέσα στον κλάδο αυτό.

Στέλιος Κούκος: Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης, Ολόφωτος, πλήρης λέξεων ζωής αιωνίου! | Ολόγιομο/Πανσέληνος (ologiomofeggari.blogspot.com)

Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης, Ολόφωτος, πλήρης λέξεων ζωής αιωνίου! | Πεμπτουσία (pemptousia.gr)




3 Ιανουαρίου 2023
112 χρόνια από την κοίμηση του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη
...
Μυστηριώδες θέλγητρον απέπνεεν η νυξ αύτη της 3ης Ιανουαρίου του 1911. Εις τον μικρόν οικίσκον της οικίας Παπαδιαμάντη, το παλαιόν πρεσβυτέριον, το λάδι εσώνετο εις την κανδήλαν, η οποία εφώτιζε αμυδρώς την μικράν κάμαραν.
Ο Αλέξανδρος, όστις έκειτο επί της κλίνης πυρέσσων, εζήτησε με τρεμάμενη φωνήν εν βιβλίον. Αυτό που το έδωκαν δεν ήτο εκείνο που εζήτη. Εκράτησεν ωστόσο το μικρόν τομίδιον ανά χείρας και το εθώπευσεν έχων κλειστούς τους οφθαλμούς.
Τι να εζήτει άραγε και τι να επόθει η ψυχή του;
Μήπως τον Όμηρον, τον Θουκυδίδην, το Ευαγγέλιον ή το μέγα ωρολόγιον;
Εγύρισε προς τον τοίχον και ήρχισε να ψάλλει χαμηλοφώνως το δοξαστικόν της ενάτης ώρας των Θεοφανείων: «Την χείραν σου την αψαμένην την ακήρατον κορυφήν του Δεσπότου, έπαρον υπέρ ημών προς αυτόν Βαπτιστά…».
Ω ναι, ήτο η φωνή του κυρ-Αλέξανδρου…που έγινε ένα με τον άνεμον και περιέτρεχεν τα οδούς και τας ρύμας της μικράς πολίχνης, εν είδει αποχαιρετισμού.
Η νυξ προέκοψεν και τότε ο κυρ-βοριάς εκόπασε αισθητώς. Μία γολέττα ήτο σηκωμένη στα πανιά κι έτοιμη να βγει εκ του λιμένος.Μία βόσκουσα φώκη εκεί πλησίον, ήκουσε προφανώς το μοιρολόγι της γραίας Φραγκογιαννούς και το εσυντρόφευσε και αυτή. Ο αέρας τώρα έπνεε ηρέμα και η λαμπάδα μέσα στο πρεσβυτέριο, προ της εικόνος της γλυκοφιλούσης εσβύστη. Το λάδι είχεν σωθεί εις την κανδήλαν.
Ο κυρ-Αλέξανδρος εσταύρωσε τας χείρας και έγειρε την κεφαλήν ως εις αγκάλην τινά. Ο ύπνος ήλθεν γλυκύς, ήτο όμως ένας ύπνος άνευ ονείρων. Ένας ύπνος όχι εις την αγκάλην του Μορφέως, αλλ΄εις την αγκάλην του δικαίου Κριτού, του Παλαιού των ημερών, του Τρισαγίου, όστις αναστάς εκ νεκρών απαρχή των κεκοιμημένων εγένετο.
Καλή σου νύχτα κυρ-Αλέξανδρε.
Απόσπασμα από το κείμενο του κ.Τρύφωνα Τσομπάνη, Αναπλ. Καθηγητή της Θεολογικής Σχολής του ΑΠΘ
Διαβάστε ολόκληρο κείμενο εδώ:https://bit.ly/3X1V7ar
Πηγή: ΠΕΜΠΤΟΥΣΙΑ
Ζωγραφικό έργο Χρήστου Γουσίδη

Τ’ Αλεξάνδρου Παπαδιαμάντη ανήμερα, θανή, γιορτή κι ανάσταση μνήμης! | Πεμπτουσία (pemptousia.gr)

Τ’ Αλεξάνδρου Παπαδιαμάντη ανήμερα, θανή, γιορτή κι ανάσταση μνήμης!


3 Ιανουαρίου 2023

Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης (1851- 3 Ιανουαρίου 1911).

Τ’ Αλεξάνδρου Παπαδιαμάντη ανήμερα, της κοίμησής του την μέρα, 3 του Γενάρη, πουρνό πουρνό, όρθρου βαθέως, τι είδα ο κακομοίρης! Ζωντάνεψαν όλα! Χριστούγεννα, Άϊ Βασιλιού, Φώτα! Και να ‘ταν μόνο αυτά;

Σκιάθος σου λέει και νομίζεις πως είναι το σύμπαν!

Μια οικουμένη έφτιαξε! Τι κόσμος!

Και, πλάι, έπαιζε μια άλλη ταινία και ήταν η ζωή του. Λες;
Ναι και τον είδα! Αλλά μπερδεύονταν. Μια έβλεπα διήγημα, μια ζωή πραγματική.
Όλα μια ταινία! Μια υπόθεση! Η ζωή του, τα έργα του! Άλλο πράμα!

Φώτα ολόφωτα ήταν ή τρομάρες; Και ναυάγια και σκοτωμοί και γυρισμοί ξενιτεμένων και μηνύματα και επιταγές να έρχονται και να ανασταίνονται ζωές και να γυρίζουν απ’ τον Άδη, απ’ τα κύματα, τα βάθη της θάλασσας! Πεινασμένα παιδάκια να παρακαλάν, γιατί δεν είχαν «πατέλα στο σπίτι». Ωραίο πολιτισμό είχαν εις το χωρίον εκείνον!
Δεν αντέχονται ένα ένα! Και πώς να τα δεις να ζωντανεύουν όλα μαζί.
Άσχημοι καιροί κι απαραμύθητοι. Πώς να διασκεδάσεις τους καημούς σου!
Ήσουν μόνος και απέναντί σου!
Έπρεπε να παλέψεις με τον εαυτό σου πρώτα.
Και μετά με τ’ άλλα θεριά!

Και εκκλησιασμοί βεβαίως μέρες που είναι. “Μυστήριον ξένον”!
Όταν βλέπαμε «Στον Χριστό στο Κάστρο» ο παπα-Φραγκούλης μου είπε: Γι’ αυτόνε τον Λαμπράκη τα τραβάμε όλα, και μου τον έδειξε μέσα στην βάρκα. Μέρα που είναι να μην λειτουργηθεί η εκκλησιά που γιόρταζε; Εκεί και ο «πελιδνός παράφρων τύρρανος», τοιχογραφία, τιμωρημένος εσαεί ο Ιουλιανός ο Παραβάτης και Αποστάτης να τον σκοτώνει ο Άγιος Μερκούριος και να ρεζιλεύεται! Να διαβάζουν οι αγράμματοι και να χαίρονται την νίκη της πίστης τους! Ότι άφησαν τα πίσω και τα σκοτεινά και γύρισαν στο φως! Και αυτός ήθελε τα αρχαία κλέη!

– Και τι θα γίνει; Δεν θα μάθει περισσότε ρα γράμματα επειδή είμαστε φτωχοί; Αφού είναι άριστος!
Ναι, θα μάθει τα γράμματα, ο Αλέξανδρος! Και γλώσσες θα μάθει, αυτοδίδακτος μεν, αλλά και μέγας μεταφραστής! Και οι δυσκολίες δυσκολίες. Και θα πεινάσει, και θα ζητήσει ξανά και ξανά να έχει τα λεφτά στην ώρα τους… Λες αυτό να του έσπασε το ηθικό; Μια ζωή στην άκρη καθόταν. Στην τίμια πενία.

Πάντως, πτυχίο δεν αξιώθηκε. Και άλλες προκοπές δεν είχε, όπως ο άλλος Αλέξανδρος! Μωραϊτίδης με τ’ όνομα! Προκομμένος σ’ όλα του! Αυτός, όμως, τον ακοινώνητο Παπαδιαμάντη τον έβαλε στον κόσμο των γραφιάδων, των λογοτεχνών, του Τύπου!
Τα είδα όλα! Και πώς δούλευε στις εφημερίδες, πώς έτρεχε να προλάβει μετά την δουλειά το ηλιοβασίλεμα, πίσω από τη Ακρόπολη!
Να ήταν εκείνη την μέρα, άραγε, που ο πλούσιος Συγγρός είπε στον γνωστό του, όταν χαιρέτησε τον Παπαδιαμάντη, πως δεν ήξερα πως είχες επαφές με επαίτες. Και όταν του ομολόγησε ποιος ήταν, ο Συγγρός έμεινε άναυδος! Άναυδος σου λέω!

Δεν τον έπιανε το μάτι σου! Γιατί οι νεώτεροι συνάδελφοί του τον γνώριζαν; Και, αυτοί για κάποιον άπορο τον πέρασαν, όταν πήγε στην εφημερίδα να παραδώσει το “κατ’ αποκοπήν” διήγημα του! Και τα κείμενα που τους έδινε, και δεν τα έπαιρναν, νόμιζαν πως ήταν πιστοποιητικά απ’ το δήμο, απ’ την πρόνοια, για να πάρει το βοήθημα που έδιναν, για να κάνει κι’ αυτός Χριστούγεννα, Άι Βασίλη, Φώτα!
Εγώ το είδα! Ήταν το σενάριο και άρχισε να ζωντανεύει και να παίζει. Και, έφτασε εκεί. Σκέφτηκα, τι τον λέει τον άνθρωπο; Τι τον βασανίζει; Έτοιμη η ταινία και παίζεται δεν την βλέπει; Με χίλια ζόρια εκείνος ο Σταμ Σταμ επιτέλους κατάλαβε τι γινόταν! Τι κατάλαβε; Έπρεπε, να πέσουν οι τίτλοι του τέλους, για να διαβάσει· Σενάριο: Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης.
Εκείνο που δεν κατάλαβα ούτε εγώ, ήταν η σκηνοθεσία. Έγραφε Ζωή. Μα η Ζωή Κόπολα δεν είχε γεννηθεί ακόμη. Ούτε ο πατέρας της, ούτε ο Νονός της 1, 2, 3! Τρεις Νονούς τις έδωσε ο πατέρας της! Τι λέμε τώρα; Χαμένοι στην μετάφραση!

Και, ο Αλέξανδρος έπιασε να μεταφράζει τον μακρινό του ξάδελφο, πολύ μακρινό, Ρώσος ήταν, αλλά στενός συγγενής του ψυχικά, ο Θόδωρος Ντοστογιέφσκι: “Έγκλημα και Τιμωρία”!
Και πάλιν, δεν κατάλαβα γιατί στενοχωριόταν που τον είπαν Έλληνα Δοστογιέφσκι! (Θα μου πεις και Δίκενς τον είπα και Πόου)! Και αυτοί καλοί ήταν! Αλλά με τον Ντοστογιέφσκι μια χαρά τον ταίριαξαν! Κι ας έφαγα και μια φάπα ξημέρωμα τ’ Αλεξάνδρου Παπαδιαμάντη ανήμερα, πρωί πρωί, απ’ του Αλεξάνδρου Παπαδιαμάντη το βαρύ το χέρι!
Μήπως και οι Ρώσοι δεν υποδέχτηκαν με περισσή εκτίμηση και την Φραγκογιαννού του; Την Φόνισσα; Πήγα κάτι να σκεφτώ, κάτι να πω για τον εσωτερικό τους δεσμό, της “Φόνισσας” και του ρωσικού “Εγκλήματος και Τιμωρίας”. Σκέφτηκα, όμως, έρχεται η φάπα και μαζεύτηκα!
Και οι Γάλλοι υποδέχτηκαν την “Φόνισσα” με… αλαλαγμούς και ας λέει ο Δ. Καλοκύρης, «η κόλαση μου είναι οι Γάλλοι»! Ποιοι άλλοι, ποιοι Γάλλοι και ποιοι Ρώσοι;

Ναι, δεν ήταν των γαλλικών κρασιών, αλλά τα κουτσόπινε όλα τα δικά μας. Ήταν η μόνη διασκέδαση του. Ξεχνιόταν και από τα βάσανα του και πιο πολύ ξεχνιόταν στο ποτό και στην κουβέντα κι ας ήταν αμίλητη! Ήθελε να έχει δίπλα του ψυχές χωρίς έπαρση!
Εκεί, στον δικό του κόσμο, τον απλό και το βράδυ που τον τιμούσαν στον Παρνασσό. Αυτός ετοίμαζε ταξίδια, επιστροφές, νοσταλγίες με ένα πλήθος καράβια και σκάφη του καιρού του. Καθένα φορτωμένα με όλα τα καλά και όλες τις δυστυχίες! Όλα τα ναυάγια και όλους τους επιτυχημένους ελλιμενισμούς!
Και στην στεριά δεν έλειπαν τα ναυάγια, και στην στεριά δεν έλειπαν τα καλά λιμάνια, οι σωστικοί ελλιμενισμοί και όλα τα καλά! Δεν τα έτρωγε μόνον ο βυθός των ναυαγίων τα ναυάγια!

Και τον Μανόλη τον είδα! Τον Ταπόη! Ναι, τον είδα! Αλλά τώρα ήταν ο Τσηλότατος Μανόλης, ο Ταπόης ο Γιατρός! Και ο Τσηλότατος πια του έκανε τα θελήματα. Ότι ήθελε η αγαπημένη του μάνα, αυτόν έστελνε να το εκτελέσει! Και έτσι, μέχρι εκείνη την στιγμή δεν έκανε το απονενοημένο διάβημα να πέσει στο Μπούρτσι! Και δεν θα το κάνει ποτέ! Η γριά θα ζει και αυτός θα ελέγχει από ψηλά τα πάντα.
Έχουν και τα παιδιά και οι αεί παίδες τους δαίμονές τους! (Και ο Ταπόης το ίδιο)! Όταν οι άγγελοι τους νυστάξουν προς ώρας; Νυστάζουν οι άγγελοι; Ίσως τα παιδιά… Και κει τα πολεμά και τα μάχεται Φραγκογιαννού η Φόνισσα!

Τον νουν σας στα παιδιά, με προειδοποίησε. Μου το είπε καθαρά ο Μέγα-Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης: «Τον νουν σας στα παιδιά! Να τα σώσετε για να σωθούμε! Να μάθουν τα γράμματα. Και τα ελληνικά, και τα άλλα! Εγώ πώς τα ’μάθα; Έτσι θα μάθουν τα τραγούδια του Ομήρου, τα τραγούδια των τραγωδιών, τα τραγούδια του Θεού. Για Παπαδιαμάντη θα μιλάμε τώρα»;
Και εκεί μου έκλεισε το μάτι χαμογελαστός και δεν το ξανά άνοιξε! Ούτε και το άλλο…
Άρχισα να τον φωνάζω: «Κύριε, κυρ και μπάρμπα Αλέξανδρε…», αλλά δεν είχε άλλη ζωή και έφυγε σήμερα. Σαν σήμερα ή κάπως έτσι.

Μου τα έδειξε όλα! Ήθελε να με χαιρετήσει; Να μου υπενθυμίσει κάτι; Έφυγε γελαστός!
Δεν είχε κακία για κανένα. Το είδα και το γράφω!

Σήμερα τ’ Αλεξάνδρου Παπαδιαμάντη ανήμερα, θανή, γιορτή και ανάσταση μνήμης!


https://www.facebook.com/permalink.php?story_fbid=pfbid02J72pR8We5bAdeg3a6tVnfNzMU3RAZFzmmuigyAPV2NwpHgXotr2YPW5KX8CZrSKcl&id=100015219250826

' Εις μνήμη...'
( Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης, 4/3/1851 - 3/1/1911 )
****************************************************************************************
μεγάλος Σκιαθίτης έγραφε τα διηγήματά του στις εφημερίδες όπου εργαζόταν. Διηγήματα-συναξάρια της ζωής των ανθρώπων του νησιού του, φτωχών βιοπαλαιστών των περισσότερων της ζωής, όπως τη θυμόταν από τα παιδικά και εφηβικά του χρόνια.
Τις αναμνήσεις του έγραφε ο κυρ Αλέξανδρος. Μια ανάμνησή μου θα διηγηθώ κι εγώ σχετικά μ' αυτόν...
Να τι ακριβώς συνέβη.
Ερχόταν Χριστούγεννα και την παραμονή ετοιμαζόταν το χριστουγεννιάτικο φύλλο της εφημερίδας. Ο αρχισυντάκτης ήταν στο τυπογραφείο και 'έκλεινε τις σελίδες', όπως λέγαμε τότε στη δημοσιογραφική γλώσσα. Όλο το χριστουγεννιάτικο φύλλο ήταν έτοιμο, σελιδοποιημένο...όταν κατέφθασα εγώ με μια οικονομική είδηση σημαντική. Τώρα δεν τη θυμάμαι ακριβώς. Ήταν κάτι σχετικό με μετοχές και με τις τιμές συναλλαγμάτων. Είχα γράψει εκτενώς το θέμα σε μερικά χειρόγραφα. Μόλις τα είδε ο αρχισυντάκτης, μου είπε :
- Πού να τα βάλω τώρα όλ' αυτά ;
Τι να του 'λεγα ; Δε μου 'πεφτε λόγος.
- Εγώ έχω καθήκον να φέρω την είδηση, του είπα.
- Ναι, αλλά την έφερες αργά, μου απάντησε ο αρχισυντάκτης.
- Άργησε η ανακοίνωση του χρηματιστηρίου και του Υπουργείου των Οικονομικών, δικαιολογήθηκα εγώ...
- Δε βλέπεις ; Όλη η ύλη είναι έτοιμη. Τι να πετάξω για να βάλω τη δική σου είδηση ;
- Δεν ξέρω, απάντησα...Χαιρέτησα και έφυγα.
Πέρασε η αργία των Χριστουγέννων και ξαναπήγα στη δουλειά μου. Μόλις μπήκα στα γραφεία της εφημερίδας, μου είπε ο κλητήρας :
- Σας θέλει ο κύριος διευθυντής...
Ανησύχησα. Τι να με ήθελε ; Πήγα κατ' ευθείαν στο γραφείο του διευθυντού. Εκείνος, μόλις μπήκα, με ρώτησε απότομα, κοιτώντας με αυστηρά :
- Γιατί δεν έφερες την οικονομική είδηση ;
- Την έφερα, απάντησα εγώ αμέσως.
- Και γιατί δεν μπήκε ;
Τι να του 'λεγα ;...
- Δεν ξέρω.
- Σε ποιον έδωσες την είδηση ; ρώτησε ο διευθυντής.
- Στον κύριο αρχισυντάκτη, απάντησα με κάποιον δισταγμό...
Ο διευθυντής χτύπησε το κουδούνι, να 'ρθει ο κλητήρας. Άνοιξε η πόρτα και εμφανίστηκε ο κλητήρας.
- Ήρθε ο αρχισυντάκτης ; τον ρώτησε ο διευθυντής.
- Όχι ακόμα, κύριε διευθυντά.
- Όταν έρθει, πες του ότι τον θέλω...
Ο διευθυντής στράφηκε σε μένα.
- Μη φύγεις, μου είπε. Κάθισε, μέχρι να 'ρθει ο αρχισυντάκτης.
Δεν είχα προλάβει να καθίσω, καλά-καλά, και άνοιξε η πόρτα του γραφείου. Μπήκε ο αρχισυντάκτης και χαιρέτισε :
- Καλημέρα.
- Καλημέρα, του απάντησε βιαστικά ο διευθυντής και μπήκε αμέσως στο θέμα.
- Δε μου λες, σε παρακαλώ, γιατί δεν μπήκε η οικονομική είδηση που έφερε ο συντάκτης ;...
- Την έφερε αργά, κύριε διευθυντά, δικαιολογήθηκε ο αρχισυντάκτης.
Ο διευθυντής κοίταξε εμένα.
- Άργησε να βγει η ανακοίνωση του χρηματιστηρίου, δικαιολογήθηκα κι εγώ με τη σειρά μου.
Ο διευθυντής ξαναστράφηκε στον αρχισυντάκτη.
- Δηλαδή, τον ρώτησε, είχαν πάει οι σελίδες στο πιεστήριο ;
- Όχι, αλλ' όλη η ύλη ήταν έτοιμη, εξήγησε ο αρχισυντάκτης.
- Τότε κακώς δεν μπήκε η είδηση, ξέσπασε ο διευθυντής.
- Μα έπρεπε να πετάξω κάποιο άλλο κομμάτι, που είχε ήδη στοιχειοθετηθεί, είπε ο αρχισυντάκτης.
- Ας πετούσες, φώναξε ο διευθυντής.
- Ποιο να πετούσα ;
- Ποιο να πετούσες ;
Ο διευθυντής έπιασε το χριστουγεννιάτικο φύλλο της εφημερίδας, που είχε μπροστά του, κι έδειξε το διήγημα του Παπαδιαμάντη.
- Να, αυτό να πετούσες, είπε, χτυπώντας το χέρι του πάνω στο διήγημα.
Ο αρχισυντάκτης τον κοίταξε με έκπληξη, αλλά και με λύπη, για τη βεβήλωση που γινόταν στο κείμενο του θαυμάσιου εκείνου λογίου και αγαθότατου ανθρώπου.
- Το διήγημα του κυρίου Παπαδιαμάντη ; Ρώτησε με τόνο φωνής που εκδήλωνε τα αισθήματά του εκείνης της στιγμής.
- Μάλιστα, το διήγημα του Παπαδιαμάντη, επανέλαβε αμείλικτος ο διευθυντής.
Ο αρχισυντάκτης κατέβασε το κεφάλι.
- Θα ήταν κρίμα, είπε.
- Γιατί κρίμα ; Ρώτησε νευριασμένος ο διευθυντής.
- Γιατί έχει γίνει παράδοση πια, να δημοσιεύεται κάθε Χριστούγεννα ένα διήγημα του Παπαδιαμάντη.
- Ε, καλά ! Ας μη δημοσιευότανε και μια χρονιά, δε χαλάει ο κόσμος.
- Μα κουράστηκε ο άνθρωπος, να το γράψει.
- Θα του το πληρώναμε.
- Χωρίς να δημοσιευτεί ; Δε θα δεχότανε ποτέ. Δεν τον ξέρετε τον κύριο Παπαδιαμάντη ;
- Ωχ, αδελφέ ! Πολύ το ρίξαμε στις αισθηματικότητες. Εγώ σου λέω, ότι ήταν μεγάλη παράλειψη, που δε δημοσιεύτηκε η οικονομική είδηση. Ήταν σπουδαία είδηση κι ενδιαφέρει πολύν κόσμο. Το διήγημα ποιον ενδιαφέρει ;
- Διαβάζεται και το διήγημα, παρατήρησε κάπως δειλά ο αρχισυντάκτης.
- Μπορεί να διαβάζεται, αλλά δεν ενδιαφέρει άμεσα κανέναν, βροντοφώναξε ο διευθυντής. Εδώ βγάζουμε εφημερίδα, δεν κάνουμε φιλολογία. Ας το καταλάβουμε...
Αυτά είπε κι έσκυψε το κεφάλι του σε κάτι χειρόγραφα, που είχε μπροστά του, σημείο ότι δεν ήθελε πια καμιά κουβέντα. Χαιρετίσαμε και βγήκαμε από το γραφείο...
Όταν βγήκαμε, ο αρχισυντάκτης στράφηκε και με κοίταξε. Στο βλέμμα του υπήρχε θλίψη και απογοήτευση.
- Τι λες εσύ γι' αυτά ; με ρώτησε.
- Τι να πω ; απάντησα.
Η θέση μου ήταν λεπτή, ήμουν και νέος και δίστασα να πω ελεύθερα τη γνώμη μου.
- Να πετούσα το διήγημα, είπε ο αρχισυντάκτης και κούνησε θλιβερά το κεφάλι του.
Τότε κι εγώ ξεσπάθωσα.
- Κι εγώ στη θέση σας το ίδιο θα 'κανα, είπα ζωηρά. Δεν θα πετούσα ποτέ το διήγημα.
Ο αρχισυντάκτης με ξανακοίταξε κι ένα πικρό χαμόγελο αχνοφάνηκε στα χείλη του.
- Άκουσες όμως τον διευθυντή ; μου είπε. Το διήγημα δεν ενδιαφέρει κανέναν. Εκείνο που ενδιαφέρει, είναι η οικονομική είδηση. Το χρήμα.
Κούνησα καταφατικά το κεφάλι μου.
- Και το πνεύμα ; Δεν ενδιαφέρει κανέναν το πνεύμα ;
Δεν απάντησα. Κοιτούσα σιωπηλός τον αρχισυντάκτη, που φαινόταν ταραγμένος.
- Άκουσε, νεαρέ, μου είπε και η έξαψή του όλο και μεγάλωνε. Ύστερα από χρόνια, ούτε συ δε θα θυμάσαι τη σπουδαία είδηση, που έφερες. Κανείς δε θα τη θυμάται. Το διήγημα όμως του Παπαδιαμάντη θα μείνει. Σημείωσε αυτό, που σου λέω. Ποτέ δε θα ξεχαστεί αυτό το διήγημα. Ποτέ, όσο υπάρχει η φυλή και η γλώσσα μας, για να μη πω, όσο θα υπάρχουν άνθρωποι.
Είχε φουντώσει και τα μάτια του έλαμπαν.
- Ναι, είπα κι εγώ, σιγανά και διακριτικά. Είναι ωραίο διήγημα.
- Το διάβασες ;
- Μάλιστα, το διάβασα. Είναι πραγματικά έξοχο.
- Αριστούργημα ! είπε ο αρχισυντάκτης με βαθιά φωνή μισοκλείνοντας τα μάτια.
Έπειτα έδειξε προς το γραφείο του διευθυντού και πρόσθεσε :
- Κι αυτός εκεί μου λέει, ότι έπρεπε να το πετάξω ! Να χαθεί ένα τέτοιο διήγημα ! Γιατί θα χανόταν. Ο κυρ Αλέξανδρος δεν κρατάει αντίγραφο. Κι ούτε θα καθόταν, να το ξαναγράψει.
- Ναι, θα ήταν κρίμα, να χαθεί, συμφώνησα κι εγώ.
Εκεί σταμάτησε η κουβέντα μας...
Όσο για τα λόγια, που μου είπε ο αρχισυντάκτης, αποδείχτηκαν προφητικά. Σήμερα, ύστερα από τόσα χρόνια, ούτε κι εγώ θυμάμαι την οικονομική είδηση, ενώ το διήγημα του Παπαδιαμάντη είναι πασίγνωστο. Έχει μπει στα σχολικά αναγνώσματα.
Κάποτε, αν σου δοθεί η ευκαιρία, γράψε αυτό το περιστατικό...
και αφιέρωσέ το 'στη μνήμη του Παπαδιαμάντη'.
Αυτό έκανα "
( "Εις μνήμη Παπαδιαμάντη", Ασημάκης Γιαλαμάς, 'Κατιούσα' 2/7/2020 )
****************************************************************************************
"Προτού το τρίτο τάλαντο σημάνει εσπερινό / είχε τελειώσει το στερνό του το ποτήρι / ο κυρ Αλέξανδρος κρατούσε το ψαλτήρι / και χάραζε πορεία στον ουρανό...
Τα λόγια του μικρές φωτιές απόμειναν κρυφές / κάπου βαθιά στα σπλάχνα του η ομορφιά πονάει / κι εκείνος παίρνοντας πνοή / απ' το γλυκύ το νάι / μετρά τις ταπεινές του τις γραφές..."
****************************************************************************************
Δυνάμεις του Αιγαίου - " Για τον Παπαδιαμάντη " :
****************************************************************************************
ΚΑΛΗΣΠΕΡΑ, όμορφη, ήσυχη, γλυκιά, χαμογελαστή, ιδιαίτερα πολύχρωμη και πολύ αρμονική...


Δεν υπάρχουν σχόλια: