Του Γιώργου Κ. Καββαδία*
Στην εκπαίδευση η κυβέρνηση της Ν.Δ. και η ηγεσία του ΥΠΑΙΘ επιδιώκουν να υλοποιήσουν τις κατευθύνσεις της Ε.Ε και του ΟΟΣΑ, με στόχο την αποδόμηση της Δημόσιας Εκπαίδευσης, και τη δημιουργία ενός ταξικού και κατηγοριοποιημένου σχολείου, το οποίο θα εντείνει τους αποκλεισμούς της νεολαίας από τη μόρφωση και θα διαμορφώσει μια νέα γενιά εργαζομένων με μειωμένες προσδοκίες. Σε αυτό το σχολείο οι εκπαιδευτικοί θα είναι υποταγμένοι, χωρίς εργασιακά δικαιώματα, υπό τη δεσποτεία των νέων θεσμών και της ιεραρχίας του νεοεπιθεωρητισμού.
Στο πλαίσιο αυτής της πολιτικής η επιλογή της κυβέρνησης να παγώσει τη μονιμοποίηση των νεοδιόριστων συναδέλφων του 2020 μέχρις ότου περάσουν από διαδικασίες αξιολόγησης, όχι μόνο σηματοδοτεί την έναρξη της ατομικής αξιολόγησης, αλλά και δείχνει τι ακριβώς θα σημάνει η ατομική αξιολόγηση για τις εργασιακές σχέσεις στο σχολείο και τα εργασιακά δικαιώματα των εκπαιδευτικών. Η αμφισβήτηση της μόνιμης εργασίας ξεκινάει από τους νεοδιόριστους και θα καταλήξει να αφορά όλους τους εκπαιδευτικούς. Πλάι στην αξιολόγηση και την ομηρία των νεοδιόριστων εκπαιδευτικών, το ΥΠΑΙΘ ετοιμάζει νέο σύστημα προσλήψεων που θα συμπεριλαμβάνει τον διαγωνισμό του ΑΣΕΠ, ώστε να εμπεδωθεί πλήρως και απολύτως το καθεστώς της εργασιακής ανασφάλειας που καθιερώνει το αέναο κυνήγι προσόντων, μορίων, σεμιναρίων που άνοιξε το προσοντολόγιο της συγκυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ και ολοκληρώνει ο ΑΣΕΠ και η αξιολόγηση. Ταυτόχρονα, η κυβέρνηση τονίζει ότι η «ελληνική PISA», που θα χρησιμοποιηθεί για την κατηγοριοποίηση σχολείων, εκπαιδευτικών και μαθητών, θα εφαρμοστεί κανονικά και καθολικά φέτος.
Στην πράξη η αξιολόγηση έχει απορριφθεί από την μεγάλη πλειοψηφία του κλάδου και ότι --παρά τον αυταρχισμό, τις διαρκείς απειλές και την καταστολή με την οποία αντιμετωπίζει τους εκπαιδευτικούς το υπουργείο αυτά τα χρόνια- παραμένει άταφος νεκρός. Ο επιθεωρητισμός δεν έχει καμία θέση στο σχολείο. Και δεν έχει κανένα άλλο περιεχόμενο και ρόλο πέραν της χειραγώγησης, του εκφοβισμού και της πειθάρχησης.
Τα πεδία ατομικής αξιολόγησης των εκπαιδευτικών
Σύμφωνα με το θεσμικό πλαίσιο η αξιολόγηση εστιάζει σε δύο πεδία:
α) το διδακτικό και παιδαγωγικό έργο του εκπαιδευτικού, που εξειδικεύεται σε α1) γενική και ειδική διδακτική, α2) παιδαγωγικό κλίμα και διαχείριση της τάξης και
β) την υπηρεσιακή του συνέπεια και επάρκεια. Η αξιολόγηση διενεργείται βάσει τετράβαθμης περιγραφικής κλίμακας («εξαιρετικό», «πολύ καλό», «ικανοποιητικό», «μη ικανοποιητικό» έργο).
Ποιοι αξιολογούν τους εκπαιδευτικούς;
Το έργο των εκπαιδευτικών αξιολογείται από 3 στελέχη εκπαίδευσης:
τον Σύμβουλο Εκπαίδευσης Επιστημονικής Ευθύνης (π.χ. Σύμβουλος Φυσικής αξιολογεί τους Φυσικούς),
τον Σύμβουλο Εκπαίδευσης Παιδαγωγικής Ευθύνης του Σχολείου και
τον Διευθυντή του σχολείου.
Ποια είναι τα κριτήρια αξιολόγησης του έργου των εκπαιδευτικών;
Στο πεδίο α1, το διδακτικό και παιδαγωγικό έργο του εκπαιδευτικού, στο πλαίσιο της γενικής και ειδικής διδακτικής του γνωστικού αντικειμένου, αξιολογείται τεκμηριωμένα από τον Σύμβουλο Εκπαίδευσης Επιστημονικής Ευθύνης (ειδικότητας), με βάση τα εξής κριτήρια:
α) Προετοιμασία διδασκαλίας, β) Ετοιμότητα ως προς το γνωστικό́ αντικείμενο, γ) Διδακτική́ μεθοδολογία και πρακτικές, δ) Παιδαγωγικό́ κλίμα και διαχείριση της τάξης, ε) Αναστοχασμός της διδασκαλίας - Αυτοαξιολόγηση του εκπαιδευτικού́.
Στο πεδίο α2, αξιολογείται τεκμηριωμένα από τον Διευθυντή ή τον Προϊστάμενο της σχολικής μονάδας η συμβολή́ του εκπαιδευτικού́ στη δημιουργία κλίματος μάθησης μέσα στην τάξη, στην προώθηση πνεύματος αμοιβαίας εμπιστοσύνης και αλληλοσεβασμού́ μεταξύ́ του ιδίου και των μαθητών στην εμπλοκή́ τους στη μαθησιακή́ διαδικασία, στην πρόληψη προβλημάτων πειθαρχίας, στην επίλυση διαφορών και στη διαχείριση συγκρούσεων και στην αποδοχή́ της διαφορετικότητας. Αξιολογείται επίσης, η ικανότητα αναστοχασμού του εκπαιδευτικού́, ως προς τη διαχείριση του παιδαγωγικού́ κλίματος της τάξης, την κριτική επανεξέταση των πρακτικών του, τον εντοπισμό́ των προβληματικών σημείων στη διαχείριση του κλίματος και την υιοθέτηση σύγχρονων παιδαγωγικών προσεγγίσεων για την αντιμετώπισή́ τους.
Στο πεδίο β, η υπηρεσιακή́ συνέπεια και η επάρκεια του εκπαιδευτικού αξιολογούνται τεκμηριωμένα από́ τον Διευθυντή́ ή Προϊστάμενο της σχολικής μονάδας και τον Σύμβουλο Εκπαίδευσης Παιδαγωγικής Ευθύνης, με βάση τα εξής κριτήρια: α) Συνέπεια και ενδιαφέρον κατά́ την εκτέλεση των υπαλληλικών υποχρεώσεών του, β) Ενεργός συμμετοχή́ στη λειτουργία της σχολικής μονάδας και στην αυτοαξιολόγησή της, γ) Συνεργασία με τους συναδέλφους, δ) Επικοινωνία και συνεργασία με γονείς και φορείς. Για την αξιολόγηση του πεδίου β, υποβάλλεται μία έκθεση από κοινού και από τους δύο αξιολογητές.
Το έργο των εκπαιδευτικών θα αξιολογείται τεκμηριωμένα σε τετράβαθμη περιγραφική κλίμακα: εξαιρετικό, πολύ καλό, ικανοποιητικό, μη ικανοποιητικό.
Κατηγοριοποίηση των εκπαιδευτικών – Μηχανισμός ανατροπής εργασιακών δικαιωμάτων και ιδεολογικής χειραγώγησης - πειθάρχησης
Κατηγοριοποιεί τους εκπαιδευτικούς σε «μη ικανοποιητικούς» «ικανοποιητικούς», «πολύ καλούς», «εξαιρετικούς» προκαλώντας ανταγωνισμούς και συγκρούσεις εθίζοντας στη δουλοπρέπεια, την αυλοκολακεία και διαμορφώνοντας κλίμα υποταγής, αυστηρής πειθάρχησης και ελέγχου. Η αξιολόγηση/αυτοαξιολόγση ανατρέπει εργασιακά δικαιώματα και κατακτήσεις. Είναι δηλαδή ο κεντρικός μηχανισμός για την υπονόμευση της μονιμότητας, την τρομοκράτηση και τις μαζικές απολύσεις. Στρατηγικός στόχος να οικοδομήσουν ένα πανοπτικό μοντέλο αξιολόγησης/αυτοαξιολόγησης που όλοι ελέγχουν όλους μέσα από άκρως ιεραρχικές και εξουσιαστικές σχέσεις. Η αξιολόγηση έρχεται, για να αποτελέσει το νέο πλαίσιο λειτουργίας της σχολικής ζωής. Μαζί με τους συνεχείς διαγωνισμούς ΑΣΕΠ και το αέναο ακριβοπληρωμένο κυνήγι προσόντων που εγκαινίασε η προηγούμενη κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ, έρχεται να μετατρέψει τους συλλόγους σε αρένες όπου οι εκπαιδευτικοί θα ανταγωνίζονται μεταξύ τους για μια «θέση στον ήλιο». Να τους υποτάξει στις απαιτήσεις και τις «προτιμήσεις» των επιθεωρητών και του υπουργείου.Επιδιώκει να μετατρέψει τους εκπαιδευτικούς σε «άβουλους και μοιραίους», «yes men», υπαλλήλους που πάσχοντας από μόνιμη οσφυοκαμψία ευθυγραμμίζονται με την εκπαιδευτική πολιτική της εκάστοτε κυβέρνησης και την επίσημη κρατική διδακτική.
Με την αξιολόγηση κατακερματίζεται τόσο η προσωπικότητα του εκπαιδευτικού, όσο και η εκπαιδευτική διαδικασία. Και ακόμα χειρότερα επιχειρείται η ποσοτικοποίηση και μέτρηση χαρακτηριστικών της ανθρώπινης προσωπικότητας και στοιχείων της εκπαιδευτικής διαδικασίας. Επιδιώκεται να επικυρωθούν ως αντικειμενικά μετρήσιμα στοιχεία της προσωπικότητας και νοητικές λειτουργίες των υποκειμένων της εκπαιδευτικής διαδικασίας, όπως η διδακτική ή μαθησιακή ικανότητα, η πνευματική και επιστημονική συγκρότηση, η ικανότητα επικοινωνίας και ο τρόπος συμπεριφοράς, οι διαπροσωπικές σχέσεις, οι ιδέες, η φαντασία, η πρωτοβουλία κ.ά. Σε συνθήκες «αξιολογικής δικτατορίας» το παιδαγωγικό και διδακτικό έργο των εκπαιδευτικών μετατρέπεται σε ένα στεγνό διοικητικό μηχανισμό, συμπλήρωσης αριθμών και φορμών.
Δεν υπάρχουν μέθοδοι ή κριτήρια «αντικειμενικά» και «αξιοκρατικά»
Πέρα από τους μύθους της εξουσίας, η αλήθεια είναι ότι η επιστημονική συγκρότηση, η παιδαγωγική κατάρτιση και η διδακτική ικανότητα δεν είναι ποσοτικά μεγέθη που μπορούν να μετρηθούν. Γι’ αυτό και δεν υπάρχουν μέθοδοι ή κριτήρια «αντικειμενικά» και «αξιοκρατικά». H εκπαιδευτική διαδικασία και ο εκπαιδευτικός δεν μπορούν να διασπαστούν σε επιμέρους αξιολογούμενα στοιχεία και να μετρηθούν μέσα από 2 – 3 επισκέψεις του Σύμβουλου Εκπαίδευσης Επιστημονικής Ευθύνης στην τάξη. H εκπαιδευτική διαδικασία έχει χαρακτήρα δυναμικό και όχι στατικό, επηρεάζεται από πλείστους όσους κοινωνικούς και εκπαιδευτικούς παράγοντες και άρα δεν μπορεί να διασπαστεί και να μετρηθεί.
Με άλλα λόγια, μέσα από τους μηχανισμούς και τις διαδικασίες ελέγχου των εκπαιδευτικών υλοποιείται μια συγκεκριμένη πολιτική επιλογή και μια αντίληψη για την ιδεολογική χειραγώγηση του εκπαιδευτικού, με την επιβολή μιας κρατικής διδακτικής. Άλλωστε, μην ξεχνάμε, ότι σύμφωνα με τα νεότερα επιστημονικά πορίσματα γίνεται ευρύτερα αποδεκτή η αλήθεια: «Δεν υπάρχει κώδικας διδασκαλίας που να μπορεί να εφαρμοστεί παντού με τα ίδια αποτελέσματα, ούτε μπορεί να εξακριβωθεί επιστημονικά ποια διδασκαλία αποδίδει περισσότερο».
Όταν όλη τη χρονιά η εκπαιδευτική διαδικασία υποτάσσεται στις εξεταστικές ανάγκες, τότε εύκολα και ανεπαίσθητα μεταλλάσσεται η μαθησιακή διαδικασία σε μεθοδολογική εκγύμναση, καθώς επιβάλλεται κατά κύριο λόγο ο φορμαλισμός και η σχηματοποίηση, όχι μόνο στις πρακτικές αξιολόγησης, αλλά και στο ίδιο το διδακτικό έργο.
Άλλωστε η μέτρηση των ανθρώπινων διανοητικών λειτουργιών γίνεται με βάση τις αρχές και τους στόχους του σχολείου της αγοράς. Είναι προϊόν μιας τεχνοκρατικής και ακραίας οικονομίστικης αντίληψης για την εκπαίδευση. Οι επιδόσεις των υποκειμένων της εκπαιδευτικής διαδικασίας και των εκπαιδευτικών ιδρυμάτων χρησιμοποιούνται ως μονάδες μέτρησης της παραγωγικότητας και αποδοτικότητας, ως δείκτες προαγωγιμότητας και ανταγωνιστικότητας. Μια τέτοια θεώρηση απορρέει από τη γενικότερη αντίληψη περί εμπορευματοποίησης των πάντων στα πλαίσια της καπιταλιστικής κοινωνίας, όπου όλα εμπορευματοποιούνται και κάθε εμπόρευμα έχει και την τιμή του.
Η ευκαμψία της μέσης και το τρίπτυχο συμμόρφωση – υποταγή – πειθάρχηση συνθέτουν τη συνταγή της επιτυχίας. Υπηρεσιακή συνέπεια σε ένα ιεραρχικά δομημένο εκπαιδευτικό σύστημα μεταφράζεται σε υποταγή προς τους «ανώτερους» και βέβαια αποτρέπει την ανάληψη πρωτοβουλιών που είναι πέρα από τον ορίζοντα μιας κακώς εννοούμενης δημοσιοϋπαλληλίστικης νοοτροπίας και της κυρίαρχης νοοτροπίας.
Οι εκπαιδευτικοί «χρεώνονται» την επιτυχία ή αποτυχία των μαθητών
Η αξιολόγηση προβάλλει το εκπαιδευτικό έργο ως προσωπική υπόθεση των εκπαιδευτικών. Επιδιώκει έτσι να τους ενοχοποιήσει στα μάτια των μαθητών τους και της κοινής γνώμης για την κρίση της εκπαίδευσης. Στο νέο πλαίσιο, οι εκπαιδευτικοί «χρεώνονται» την επιτυχία ή αποτυχία των μαθητών τους επιδιώκοντας να συνδέσει τις επιδόσεις των μαθητών με βάση και την τράπεζα θεμάτων με την αξιολόγηση των εκπαιδευτικών «Αγνοούνται» οι κοινωνικές και γεωγραφικές ανισότητες που διαμορφώνουν αντίξοες συνθήκες για την εκπαίδευση των μαθητών από τα ασθενέστερα οικονομικά και κοινωνικά στρώματα. Παραλείπονται όλοι εκείνοι οι παράγοντες που οδηγούν στον Καιάδα της εγκατάλειψης του σχολείου και του αναλφαβητισμού.
Η έκθεση Πισσαρίδη προτείνει συγκεκριμένα τα εξής: «Συνεχής αξιολόγηση με βάση κριτήρια όπως οι επιδόσεις των μαθητών, το ποσοστό εισαγωγής των μαθητών στα Πανεπιστήμια, οι ειδικές προκλήσεις κάθε σχολείου. Σύνδεση της χρηματοδότησης των σχολείων με την επίτευξη εκπαιδευτικών στόχων. Δημοσιοποίηση των αποτελεσμάτων των αξιολογήσεων και σύγκριση μεταξύ των σχολείων με αξιοποίηση των νέων τεχνολογιών».
Τα προκεχωρημένα φυλάκια της αξιολόγησης
Για τους Ενδοσχολικούς Συντονιστές και στους Παιδαγωγικούς σύμβουλους - μέντορες το υπουργείο Παιδείας, επιφυλάσσει το ρόλο του στρατηγικού προκεχωρημένου φυλακίου της αξιολόγησης!
Με τον «θεσμό» του Παιδαγωγικού Συμβούλου – Μέντορα (Μέντορας ο αφοσιωμένος φίλος του Οδυσσέα, στην Οδύσσεια του Ομήρου) επιχειρεί να δημιουργήσει ομαδοποιήσεις και εξουσιαστικές βαθμίδες μέσα στα σχολεία, κατακερματίζοντας τους συλλόγους των εκπαιδευτικών και αποδυναμώνοντας την όποια συνοχή τους. Μιλάμε για την Οδύσσεια του 2022/23!
Επίσης ο «θεσμός» των Ενδοσχολικών Συντονιστών (Συντονιστές Τάξεων ή Συντονιστές Γνωστικών Πεδίων), η θητεία των οποίων συνεκτιμάται για την επιλογή τους ως στελέχη της εκπαίδευσης, δεν αποτελεί τίποτε παραπάνω από μια ακόμη «διαβάθμιση» - διάσπαση στο «σώμα» του συλλόγου διδασκόντων, έναν ακόμη πολιορκητικό κριό στην αξιολόγηση των εκπαιδευτικών.
Μέντορες και Ενδοσχολικοί Συντονιστές (που θα πριμοδοτούνται με μόρια, στην ανταγωνιστική πορεία τους να γίνουν χαλίφηδες στη θέση του Χαλίφη) διοικητικά θα τελούν υπό την εποπτεία του διευθυντή της σχολικής μονάδας, οπότε για πρώτη φορά θεσμικά, επιχειρείται να οργανωθεί ένας συνεκτικός μηχανισμός επιβολής της αξιολόγησης μέσα στον ίδιο σχολικό χώρο.
Αντίσταση στον ασφυκτικό έλεγχο του νέο-επιθεωρητισμού και στην αξιολόγηση
Οι εκπαιδευτικοί έχουν κάθε δικαίωμα να αντισταθούν στον ασφυκτικό έλεγχο του νεο-επιθεωρητισμού, όπως διανθίζεται με τα μέτρα και τους δείκτες σύμφωνα με τα πρότυπα της «ελεύθερης αγοράς». Γιατί «ο δάσκαλος που θα υποχρεωθεί να καταπνίξει τη σκέψη του θα γίνει διπλά σκλάβος ή θα καταντήσει ένας ψυχικά ανάπηρος άνθρωπος, ανίκανος να μορφώσει άλλους» (Δ. Γληνός).
Το εκπαιδευτικό κίνημα δεν πρέπει να επιτρέψει σε κανέναν «αξιολογητή» να περάσει τις πύλες των σχολείων.
Aπορρίπτοντας την «αξιολόγησή» τους, απορρίπτουμε την αξιο (κατά)λόγηση – χειραγώγηση και κατηγοριοποίηση εκπαιδευτικών και σχολείων. Υπερασπιζόμαστε το Δημόσιο Σχολείο, την παιδαγωγική και επαγγελματική μας αξιοπρέπεια και προοπτική.
Όχι στο νέο σχολείο – εξεταστικό κέντρο. Να καταργηθούν τα εξεταστικά πλέγματα (ΕΒΕ, Τράπεζα Θεμάτων, PISA).
Όχι στην αξιολόγηση – αυτοαξιολόγηση. Κατάργηση του νόμου 4823/2021.
Να καταργηθούν οι υπουργικές αποφάσεις για τους μέντορες, ενδοσχολικούς συντονιστές και εκπαιδευτικούς ομίλους.
Κατάργηση του νόμου 4589/19 (προσοντολόγιο). Όχι στον γραπτό ΑΣΕΠ, συνέντευξη και κάθε είδους φίλτρου για το δικαίωμα στην εργασία.
«Το ζήτημα πια έχει τεθεί.
Ή θα συνεχίζουμε να γονατίζουμε ή θα υψώσουμε άλλον πύργο, ατίθασο απέναντί τους»
Μ. Κατσαρός (Κατά Σαδδουκαίων)
* Ο Γιώργος Κ. Καββαδίας είναι φιλόλογος στο 3ο ΓΕΛ Κερατσινίου, μέλος του ΔΣ της ΕΛΜΕ Πειραιά, μέλος της ΣΕ του περιοδικού «Αντιτετράδια της Εκπαίδευσης» του Εκπαιδευτικού Ομίλου
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου