Του Γιώργου Μπουγελέκα*
Στη σημερινή κοινωνία της ανεργίας, της φτώχειας, των μνημονίων και της ανησυχητικής εξάπλωσης της νεοναζιστικής προπαγάνδας, οι ιδέες, οι αρχές και οι αξίες της Αριστεράς αποτελούν νησίδα αισιοδοξίας, προοπτικής και ελπίδας για τους εργαζόμενους της χώρας μας, αλλά και κάθε χώρας, που δοκιμάζεται από τη νεοφιλελεύθερη λαίλαπα.
Αρκεί αυτές οι ιδέες να απαντούν στις σημερινές ανάγκες της κοινωνίας, να είναι συγκεκριμένες και να σχεδιάζουν -όσο είναι αυτό δυνατόν- με ρεαλισμό και καθαρότητα το μέλλον.
Τα ζητήματα της εκπαίδευσης αποτελούσαν ανέκαθεν προνομιακό πεδίο της Αριστεράς. Από τις αρχές του εικοστού αιώνα, η συγκεκριμένη παράταξη ήταν η πηγή κάθε προοδευτικής εκπαιδευτικής μεταρρύθμισης, κάθε ουσιαστικής αλλαγής στην κατεύθυνση της προβολής και εμπέδωσης της εκπαίδευσης ως κοινωνικού αγαθού, χωρίς διακρίσεις και αποκλεισμούς.
Ως σχολική πολιτική θεωρώ το σύνολο των προτάσεων, αναλύσεων, μελετών, σχεδιασμών και νόμων που καθορίζουν τις δομές και το πλαίσιο λειτουργίας της προσχολικής, πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης. Ορισμένα από αυτά τα ζητήματα, προφανώς, και αφορούν πλευρές και της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, όμως αυτή η τελευταία διάσταση ξεφεύγει από τη στόχευση αυτού του κειμένου.
Ως σχολική πολιτική θεωρώ το σύνολο των προτάσεων, αναλύσεων, μελετών, σχεδιασμών και νόμων που καθορίζουν τις δομές και το πλαίσιο λειτουργίας της προσχολικής, πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης. Ορισμένα από αυτά τα ζητήματα, προφανώς, και αφορούν πλευρές και της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, όμως αυτή η τελευταία διάσταση ξεφεύγει από τη στόχευση αυτού του κειμένου.
Δυσβάσταχτο κόστος για την οικογένεια
Στις σημερινές συνθήκες, η καταγραφή των αξόνων μιας σχολικής πολιτικής με ταξικό πρόσημο, που θα απαντά στις σύγχρονες ανάγκες, είναι επιτακτική προτεραιότητα των δυνάμεων της προόδου, εφόσον ένα εξαιρετικά σημαντικό τμήμα των οικογενειακών αναγκών και δαπανών συναρτάται άμεσα με την εκπαίδευση της ελληνικής νεολαίας. Άλλωστε, μια αριστερή πολιτική, σε κάθε τομέα δράσης της συγκεκριμένης παράταξης, οφείλει να είναι προσανατολισμένη στην ικανοποίηση των κοινωνικών αναγκών. Να σημειωθεί ότι αξιόπιστες έρευνες της ΓΣΕΕ μας πληροφορούν ότι η ελληνική κοινωνία δαπανά συνολικά 5,2 δις ευρώ ετησίως για τις εκπαιδευτικές ανάγκες των παιδιών της. Συγκεκριμένα, οι γονείς σε αυτή τη χώρα δίνουν κάθε χρόνο περίπου 2 δισεκατομμύρια ευρώ για φροντιστήρια ξένων γλωσσών, για φροντιστήρια προετοιμασίας των πανελλαδικών εξετάσεων, για ιδιαίτερα μαθήματα, για ωδεία, γυμναστήρια και άλλες εκπαιδευτικές υπηρεσίες. Εάν στα 2 δισ. ευρώ προστεθούν τα δίδακτρα για ιδιωτικά σχολεία, τα έξοδα για σπουδές σε ΑΕΙ διαφορετικής πόλης από εκείνη της μόνιμης κατοικίας και τα δίδακτρα για τις μεταπτυχιακές σπουδές, το ποσό εκτοξεύεται στα 5,2 δισεκατομμύρια ευρώ. Εξαιρετικά ενδιαφέρον είναι και το γεγονός ότι το 40% της συνολικής ιδιωτικής εκπαιδευτικής δαπάνης κατατίθεται σε υπηρεσίες που δεν παρέχει το ελληνικό δημόσιο εκπαιδευτικό σύστημα.
Με αυτά τα δεδομένα ως βασικά στοιχεία μιας αριστερής σχολικής πολιτικής θα μπορούσαν να καταγραφούν τα παρακάτω.
Με αυτά τα δεδομένα ως βασικά στοιχεία μιας αριστερής σχολικής πολιτικής θα μπορούσαν να καταγραφούν τα παρακάτω.
Ισότητα στην παιδεία
Η απολύτως αξιωματική και διαυγής δήλωση ότι η Αριστερά τοποθετούμενη στον αντίποδα του νεοφιλελευθερισμού, στοχεύει σε μια παιδεία που θα οδηγεί στην κατάργηση της διαφοράς ανάμεσα στη χειρωνακτική και την πνευματική εργασία, στα πλαίσια ενός ενιαίου εκπαιδευτικού συστήματος.
Βασικό περιεχόμενό αυτής της αριστερής σχολικής πολιτικής, οφείλει να είναι η ενιαία δεκατετράχρονη υποχρεωτική εκπαίδευση. Δηλαδή, δίχρονη προσχολική και δωδεκάχρονη γενική εκπαίδευση.
Το σχολείο που οραματίζεται η Αριστερά δεν έχει ως λόγο ύπαρξης την εξυπηρέτηση των εφήμερων αναγκών της οικονομικής ολιγαρχίας και της αγοράς. Κατά συνέπεια, κύρια αποστολή του εκπαιδευτικού μας συστήματος θα πρέπει να είναι η καλλιέργεια της γενικής παιδείας, γιατί ποτέ ξανά, συντεταγμένα και μεθοδικά πέρα από τα σχολικά χρόνια, δεν θα δοθεί η δυνατότητα στον άνθρωπο να κατακτήσει αυτό το αγαθό. Η γενική παιδεία είναι το κοινό ταμείο του πολιτισμού μας, από το οποίο ο οιοσδήποτε θα πρέπει να έχει τη δυνατότητα να εκταμιεύει τα αγαθά της συσσωρευμένης γνώσης και ευαισθησίας. Γιατί μόνο έτσι θα αποκτά τη δυνατότητα προσαρμογής και διαρκούς επιμόρφωσης. Στην αντίθετη περίπτωση, η μόρφωση θα περιορίζεται στους γόνους της άρχουσας τάξης.
Βασικό περιεχόμενό αυτής της αριστερής σχολικής πολιτικής, οφείλει να είναι η ενιαία δεκατετράχρονη υποχρεωτική εκπαίδευση. Δηλαδή, δίχρονη προσχολική και δωδεκάχρονη γενική εκπαίδευση.
Το σχολείο που οραματίζεται η Αριστερά δεν έχει ως λόγο ύπαρξης την εξυπηρέτηση των εφήμερων αναγκών της οικονομικής ολιγαρχίας και της αγοράς. Κατά συνέπεια, κύρια αποστολή του εκπαιδευτικού μας συστήματος θα πρέπει να είναι η καλλιέργεια της γενικής παιδείας, γιατί ποτέ ξανά, συντεταγμένα και μεθοδικά πέρα από τα σχολικά χρόνια, δεν θα δοθεί η δυνατότητα στον άνθρωπο να κατακτήσει αυτό το αγαθό. Η γενική παιδεία είναι το κοινό ταμείο του πολιτισμού μας, από το οποίο ο οιοσδήποτε θα πρέπει να έχει τη δυνατότητα να εκταμιεύει τα αγαθά της συσσωρευμένης γνώσης και ευαισθησίας. Γιατί μόνο έτσι θα αποκτά τη δυνατότητα προσαρμογής και διαρκούς επιμόρφωσης. Στην αντίθετη περίπτωση, η μόρφωση θα περιορίζεται στους γόνους της άρχουσας τάξης.
Διαπολιτισμική και αντιρατσιστική εκπαίδευση
Στις σύγχρονες συνθήκες της βαθιάς οικονομικής κρίσης και της επακόλουθης ανόδου των ιδεών του νεοναζισμού, αποκτά ιδιαίτερη σημασία η διαπολιτισμική και αντιρατσιστική εκπαίδευση. Επομένως, είναι απαραίτητη η αναβάθμιση των μειονοτικών και των διαπολιτισμικών σχολείων, ώστε να διευκολύνεται κάθε μαθητής να αναπτύξει την προσωπικότητα του, ανεξάρτητα από φυλή, καταγωγή, χρώμα, θρησκευτικό δόγμα και ειδικές ή γενικές ανάγκες.
Μια πρόταση της Αριστεράς για ένα σχολείο του μέλλοντος, στοχεύει στο μηδενισμό των δαπανών του οικογενειακού προϋπολογισμού για εξωσχολικές εκπαιδευτικές δραστηριότητες κάθε μορφής, μέσα από την παράλληλη αναβάθμιση της διδασκαλίας και τον εμπλουτισμό των διδακτικών αντικείμενων στο δημόσιο σχολείο.
Η εκπαίδευση δεν είναι εμπόρευμα και ως εκ τούτου δεν πωλείται. Άρα, η ιδιωτική εκπαίδευση και τα φαινόμενα παραπαιδείας αποτελούν παθογένεια του εκπαιδευτικού συστήματος και, επομένως, η Αριστερά οφείλει να την καταστήσει περιττή, μέσα από την ουσιαστική αναβάθμιση του δημόσιου σχολείου και την κατάργηση κάθε μορφής διδάκτρων. Εν τω μεταξύ, τόσο τα ιδιωτικά όσο και τα δημόσια σχολεία, θα πρέπει να πληρούν κοινούς και αυξημένους ποιοτικούς όρους λειτουργίας (υποδομές, προσωπικό κ.λπ.), ενώ φυσικά θα πρέπει να διασφαλίζονται πλήρως τα εργασιακά δικαιώματα των ιδιωτικών εκπαιδευτικών.
Η θεσμοθέτηση του Ενιαίου Λυκείου θεωρίας και πράξης, με κατάργηση του σημερινού διασπασμένου σε Γενικό Λύκειο - Επαγγελματικό Λύκειο - Επαγγελματική Σχολή εκπαιδευτικού συστήματος, θα πρέπει να γίνει ο κορμός ενός τέτοιου σχεδιασμού για τη δευτεροβάθμια εκπαίδευση.
Η αποσύνδεσή του λυκείου από το σύστημα πρόσβασης στην τριτοβάθμια εκπαίδευση και η κατάργηση της παραπαιδείας δεν μπορούν παρά να συνδέονται με μελετημένα, αλλά άμεσα βήματα, στην κατεύθυνση της ελεύθερης πρόσβασης στην τριτοβάθμια εκπαίδευση.
Βασική πτυχή μιας τέτοιας πολιτικής είναι η αλλαγή προγραμμάτων σπουδών και σχολικών βιβλίων στο δημοτικό, το γυμνάσιο και το λύκειο, στην κατεύθυνση της ελάφρυνσης και του εκσυγχρονισμού της ύλης, αλλά και η μείωση του αριθμού των γραπτά εξεταζομένων μαθημάτων στις προαγωγικές εξετάσεις του γυμνασίου. Απαιτείται ταυτόχρονα, η ανανέωση των παιδαγωγικών μεθόδων, βάσει των σύγχρονων πορισμάτων των παιδαγωγικών επιστημών, ώστε η μαθησιακή διαδικασία να καταστεί αποτελεσματική, δημιουργική και ελκυστική. Να σταματήσει κάποια στιγμή η «εξόντωση» των μαθητών και η στέρηση του πολύτιμου ελεύθερου χρόνου τους.
Στο πλαίσιο του διαχωρισμού της εκκλησίας από το κράτος, επιβάλλεται η αντικατάσταση του μαθήματος των θρησκευτικών και κάθε μορφής σχολικής κατήχησης από την επιστημονική προσέγγιση του φαινόμενου της θρησκείας.
Μια πρόταση της Αριστεράς για ένα σχολείο του μέλλοντος, στοχεύει στο μηδενισμό των δαπανών του οικογενειακού προϋπολογισμού για εξωσχολικές εκπαιδευτικές δραστηριότητες κάθε μορφής, μέσα από την παράλληλη αναβάθμιση της διδασκαλίας και τον εμπλουτισμό των διδακτικών αντικείμενων στο δημόσιο σχολείο.
Η εκπαίδευση δεν είναι εμπόρευμα και ως εκ τούτου δεν πωλείται. Άρα, η ιδιωτική εκπαίδευση και τα φαινόμενα παραπαιδείας αποτελούν παθογένεια του εκπαιδευτικού συστήματος και, επομένως, η Αριστερά οφείλει να την καταστήσει περιττή, μέσα από την ουσιαστική αναβάθμιση του δημόσιου σχολείου και την κατάργηση κάθε μορφής διδάκτρων. Εν τω μεταξύ, τόσο τα ιδιωτικά όσο και τα δημόσια σχολεία, θα πρέπει να πληρούν κοινούς και αυξημένους ποιοτικούς όρους λειτουργίας (υποδομές, προσωπικό κ.λπ.), ενώ φυσικά θα πρέπει να διασφαλίζονται πλήρως τα εργασιακά δικαιώματα των ιδιωτικών εκπαιδευτικών.
Η θεσμοθέτηση του Ενιαίου Λυκείου θεωρίας και πράξης, με κατάργηση του σημερινού διασπασμένου σε Γενικό Λύκειο - Επαγγελματικό Λύκειο - Επαγγελματική Σχολή εκπαιδευτικού συστήματος, θα πρέπει να γίνει ο κορμός ενός τέτοιου σχεδιασμού για τη δευτεροβάθμια εκπαίδευση.
Η αποσύνδεσή του λυκείου από το σύστημα πρόσβασης στην τριτοβάθμια εκπαίδευση και η κατάργηση της παραπαιδείας δεν μπορούν παρά να συνδέονται με μελετημένα, αλλά άμεσα βήματα, στην κατεύθυνση της ελεύθερης πρόσβασης στην τριτοβάθμια εκπαίδευση.
Βασική πτυχή μιας τέτοιας πολιτικής είναι η αλλαγή προγραμμάτων σπουδών και σχολικών βιβλίων στο δημοτικό, το γυμνάσιο και το λύκειο, στην κατεύθυνση της ελάφρυνσης και του εκσυγχρονισμού της ύλης, αλλά και η μείωση του αριθμού των γραπτά εξεταζομένων μαθημάτων στις προαγωγικές εξετάσεις του γυμνασίου. Απαιτείται ταυτόχρονα, η ανανέωση των παιδαγωγικών μεθόδων, βάσει των σύγχρονων πορισμάτων των παιδαγωγικών επιστημών, ώστε η μαθησιακή διαδικασία να καταστεί αποτελεσματική, δημιουργική και ελκυστική. Να σταματήσει κάποια στιγμή η «εξόντωση» των μαθητών και η στέρηση του πολύτιμου ελεύθερου χρόνου τους.
Στο πλαίσιο του διαχωρισμού της εκκλησίας από το κράτος, επιβάλλεται η αντικατάσταση του μαθήματος των θρησκευτικών και κάθε μορφής σχολικής κατήχησης από την επιστημονική προσέγγιση του φαινόμενου της θρησκείας.
Εργασιακή αξιοπρέπεια
Μια αριστερή σχολική πολιτική δεν πραγματοποιείται χωρίς τους δασκάλους, και πολύ περισσότερο με τους ανελέητα απαξιωμένους εκπαιδευτικούς λειτουργούς να βρίσκονται απέναντί της. Για την Αριστερά, η εργασιακή αξιοπρέπεια των εκπαιδευτικών δεν αφορά μόνο εκείνους, αλλά ολόκληρη την ελληνική κοινωνία και την ίδια την ύπαρξη του δημόσιου σχολείου. Η τεράστια έκταση των λεγόμενων «ελαστικών» σχέσεων εργασίας στη δημόσια εκπαίδευση πρέπει να μειωθεί δραστικά. Είναι ανάγκη ο διορισμός μόνιμων εκπαιδευτικών. Αρχής γενομένης από τους αδιόριστους - διοριστέους του τελευταίου γραπτού διαγωνισμού του ΑΣΕΠ και στη συνέχεια με διορισμούς, που θα έχουν ως κριτήρια τη διδακτική προϋπηρεσία - όπου και αν αυτή έχει αποκτηθεί - καθώς και τα ακαδημαϊκά προσόντα των εκπαιδευτικών.
Μια τέτοια πολιτική δεν είναι ανέξοδη. Η αύξηση των δημοσίων επενδύσεων στην εκπαίδευση δεν είναι «πεταμένα λεφτά» για τον κρατικό προϋπολογισμό. Είναι ο πιο ελπιδοφόρος και αποδοτικός μοχλός ανάπτυξης και προόδου μιας κοινωνίας. Η ιστορία έχει αποδείξει ότι μόνο οι λαοί που επένδυσαν στη εκπαίδευση κατάφεραν να πορευθούν στο δρόμο της ανάπτυξης και της κοινωνικής ευημερίας.
Τέτοιες απαιτήσεις σε ένα περιβάλλον κρίσης, ίσως να μοιάζουν με όνειρα απατηλά μιας χούφτας αιθεροβαμόνων, όμως είναι η μόνη διέξοδος από το τέλμα της εποχής. Και αν η ικανοποίηση αυτών των απαιτήσεων φαντάζει αδύνατη στα πλαίσια του συγκεκριμένου συστήματος, θα πρέπει η Αριστερά, εκτός από τις επιμέρους επεξεργασίες της, να μελετά, να σχεδιάζει και να οργανώνει την έξοδο της ελληνικής κοινωνίας από αυτό το σύστημα προς την κατεύθυνση του σοσιαλισμού με δημοκρατία και ελευθερία και του δημοκρατικού δρόμου που θα μας οδηγήσει έως εκεί. Έτσι κι αλλιώς «…ο χρόνος παραμορφώθηκε…». Το ανέφικτο και το ονειρικό μας χτυπούν την πόρτα.
*Ο Γιώργος Μπουγελέκας είναι εκπαιδευτικός, μέλος της Κεντρικής Επιτροπής του ΣΥΡΙΖΑ.
Μια τέτοια πολιτική δεν είναι ανέξοδη. Η αύξηση των δημοσίων επενδύσεων στην εκπαίδευση δεν είναι «πεταμένα λεφτά» για τον κρατικό προϋπολογισμό. Είναι ο πιο ελπιδοφόρος και αποδοτικός μοχλός ανάπτυξης και προόδου μιας κοινωνίας. Η ιστορία έχει αποδείξει ότι μόνο οι λαοί που επένδυσαν στη εκπαίδευση κατάφεραν να πορευθούν στο δρόμο της ανάπτυξης και της κοινωνικής ευημερίας.
Τέτοιες απαιτήσεις σε ένα περιβάλλον κρίσης, ίσως να μοιάζουν με όνειρα απατηλά μιας χούφτας αιθεροβαμόνων, όμως είναι η μόνη διέξοδος από το τέλμα της εποχής. Και αν η ικανοποίηση αυτών των απαιτήσεων φαντάζει αδύνατη στα πλαίσια του συγκεκριμένου συστήματος, θα πρέπει η Αριστερά, εκτός από τις επιμέρους επεξεργασίες της, να μελετά, να σχεδιάζει και να οργανώνει την έξοδο της ελληνικής κοινωνίας από αυτό το σύστημα προς την κατεύθυνση του σοσιαλισμού με δημοκρατία και ελευθερία και του δημοκρατικού δρόμου που θα μας οδηγήσει έως εκεί. Έτσι κι αλλιώς «…ο χρόνος παραμορφώθηκε…». Το ανέφικτο και το ονειρικό μας χτυπούν την πόρτα.
*Ο Γιώργος Μπουγελέκας είναι εκπαιδευτικός, μέλος της Κεντρικής Επιτροπής του ΣΥΡΙΖΑ.
Πηγή: Η Εποχή
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου