Με πράξη που αναρτήθηκε στη Διαύγεια στις 25/11, ανατέθηκε στον ΟΟΣΑ
η εκπόνηση νέας, επικαιροποιημένης με τα τελευταία διαθέσιμα στοιχεία, έκθεσης για την ελληνική εκπαίδευση, κάτι που προβλεπόταν άλλωστε στο τρίτο Μνημόνιο ως ενδιάμεσο στάδιο πριν την ευθυγράμμιση της ελληνικής αναλογίας μαθητών ανά τάξη και εκπαιδευτικό με τις «βέλτιστες πρακτικές των χωρών του ΟΟΣΑ» έως τον Ιούνιο του 2018. Πρώτα «επικαιροποίηση», λοιπόν, για να δούμε πόσοι εκπαιδευτικοί και πόσα σχολεία περισσεύουν και στη συνέχεια αξιολόγηση για να δούμε «ποιος θα φαγωθεί» (και ας διαβεβαιώνει ο Κος Γαβρόγλου ότι δεν θα επιτρέψει αυτή να έχει τιμωρητικό χαρακτήρα – άλλαι, ωστόσο, αι βουλαί των δανειστών). Πρόκειται στην ουσία για ένα πληρωμένο συμβόλαιο θανάτου της ελληνικής εκπαίδευσης έναντι του, διόλου ευκαταφρόνητου, ποσού των 90.000 ευρώ, το οποίο έχει σχεδιαστεί εδώ και καιρό αλλά φαίνεται σαν να περίμενε την υπουργοποίηση του, κατά τον πρόεδρο του ΕΣΥΠ Νίκο Θεοτοκά, εργολάβου των διαρροών προς τον ΟΟΣΑ για να τεθεί σε άμεση εφαρμογή.
Στο πρόσφατο εκπαιδευτικό συνέδριο είχαμε την ευκαιρία να εξετάσουμε αναλυτικά πως ο ΟΟΣΑ παραποιεί συστηματικά τα νούμερα της ελληνικής εκπαίδευσης προκειμένου να εμφανιστεί ένας πλασματικός υπερπληθυσμός εκπαιδευτικών σε σχέση με τον αριθμό των μαθητών και να δικαιολογηθούν όλα εκείνα τα μέτρα διάλυσης της δημόσιας εκπαίδευσης (σύνδεσμος για τη σχετική εισήγηση υπάρχει στο τέλος του άρθρου). Έτσι, στην τελευταία έκθεση του οργανισμού, που δημοσιεύτηκε στα μέσα του Σεπτέμβρη, εμφανίζονται να αντιστοιχούν μόλις 7,9 μαθητές σε κάθε καθηγητή Γυμνασίου, την ώρα που με τη χρήση πρόσφατων στοιχείων προερχόμενων από το myschool η συγκεκριμένη αναλογία εκτιμάται στο 11,1. Μία τέτοια διαφορά, της τάξης του 40%, δεν μπορεί παρά να αποτελεί προϊόν συνειδητής παραποίησης και όχι απλού λάθους. Και αν οι συντάκτες των εν λόγω εκθέσεων, οι οποίοι αποτελούν και τους διαμορφωτές εκπαιδευτικής πολιτικής, είναι διατεθειμένοι να προχωρήσουν σε τέτοιας έκτασης «μαγείρεμα» στοιχείων που είναι σχετικά εύκολα προσβάσιμα στον καθένα προκειμένου να εξυπηρετήσουν τους διακηρυγμένους στόχους της μείωσης του αριθμού των εκπαιδευτικών και των σχολικών μονάδων, μπορεί ακόμη και ο πλέον καλοπροαίρετος υποστηρικτής της «καλής αξιολόγησης» να αναρωτηθεί τι θα συμβεί στα, έτσι και αλλιώς σε μεγάλο βαθμό υποκειμενικά, αποτελέσματά της προκειμένου οι επερχόμενες σαρωτικές αλλαγές να ενδυθούν με το μανδύα της «αριστείας» και του «εξορθολογισμού».
Η ΟΛΜΕ θα πρέπει να ζητήσει άμεσα τη δημοσιοποίηση των στοιχείων που χρησιμοποιήθηκαν κατά τη σύνταξη της τελευταίας έκθεσης του ΟΟΣΑ καθώς είναι κάτι παραπάνω από βέβαιο ότι το ίδιο αποτέλεσμα θα αναπαραχθεί και στην επικαιροποιημένη ελληνική έκθεση. Άλλωστε, ο μόλις ένας μήνας εντός του οποίου θα πρέπει να ολοκληρωθεί η μελέτη δεν αφήνει ούτως ή άλλως περιθώρια οποιασδήποτε σοβαρής επανεκτίμησης, ενώ και η έκθεση του 2011 αποτελούσε στο μεγαλύτερό της μέρος μία κωμικοτραγική αντιγραφή της «εκπαίδευσης με μία ματιά» του ίδιου έτους. Παράλληλα, θα πρέπει να διαδοθούν όσο το δυνατόν ευρύτερα οι εισηγήσεις που παρουσιάστηκαν στο πρόσφατο εκπαιδευτικό συνέδριο και τεκμηριώνουν τις θέσεις του κλάδου πάνω στα συγκεκριμένα ζητήματα. Πάνω απ’ όλα όμως θα πρέπει το εκπαιδευτικό κίνημα να προετοιμαστεί σε κάθε επίπεδο (πολιτικό, κινηματικό, επικοινωνιακό, κ.α.) για την αντιμετώπιση μίας πρωτοφανούς επίθεσης και προκειμένου να μη βρεθούμε ξανά την ύστατη στιγμή να αναζητούμε αν υπάρχουν οι «όροι και οι προϋποθέσεις» για να δώσουμε έναν αναγκαίο αγώνα υπεράσπισης της δημόσιας εκπαίδευσης.
Γιάννης Βαρδαλαχάκης,
οικονομολόγος, υποψήφιος διδάκτορας του τμήματος Οικονομικών Επιστημών του ΑΠΘ,
μέλος της Αριστερής Παρέμβασης-Συσπείρωσης Εκπαιδευτικών Ν. Ηρακλείου.
οικονομολόγος, υποψήφιος διδάκτορας του τμήματος Οικονομικών Επιστημών του ΑΠΘ,
μέλος της Αριστερής Παρέμβασης-Συσπείρωσης Εκπαιδευτικών Ν. Ηρακλείου.
alfavita.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου